Εφετείο | Ημέρα 22: «Εμένα ρε παιδιά; Με μαχαίρωσε»

22η δικάσιμος, Αίθουσα Τελετών Εφετείου Αθηνών, Παρασκευή 27/01/2023

Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο

Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης και παρακολούθησης της δίκης, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας, μέχρι τη συμπλήρωση των θέσεων του κοινού στην αίθουσα του ακροατηρίου. Υπήρχε σημαντική παρουσία δημοσιογράφων και κοινού.

ΙΙ. Συνέχεια κατάθεσης του μάρτυρα Μπιάγκη Ανδρέα – Ερωτήσεις από τους συνηγόρους υποστήριξης κατηγορίας

Στην προηγούμενη συνεδρίαση είχαν ολοκληρώσει τις ερωτήσεις τους οι κ. κ. Εφέτες Δικαστές και η Εισαγγελική Έδρα και σήμερα ολοκληρώθηκε η κατάθεση του μάρτυρα με ερωτήσεις από τους συνηγόρους, όπως ακολούθως:

Κατόπιν ερωτήσεων του κ. Θεοδωρόπουλου ο μάρτυρας κατέθεσε ότι εκ των υστέρων αντιλήφθηκε ότι οι 15-20 που κοιτούσαν τους 2-3 που παρενοχλούσαν τον Παύλο Φύσσα «ήταν από την ίδια ομάδα .. τη ΧΑ» και ότι κοινός στόχος απάντων ήταν ο Φύσσας. Σε ερωτήσεις του κ. Συρίγου απάντησε ότι δεν είδε ρόπαλα ή σιδηρογροθιές και εκείνη τη στιγμή της επίθεσης νόμιζε ότι ήταν οπαδική συμπλοκή καθώς τα συγκεντρωμένα άτομα ήταν κοντοκουρεμένα, μαυροφορεμένα και ακόμα και σήμερα δε θα μπορούσε να καταλάβει αν πρόκειται για οπαδούς ή πολιτική ομάδα. Όταν έφτασε η ομάδα του κι ο ίδιος, έβλεπαν τη συμπλοκή Ρουπακιά – Παύλου Φύσσα, όπου «5-6 βάραγαν 1», οι τέσσερις του φώναζαν. Πλησίασαν οι αστυνομικοί, είδε το Ρουπακιά να κατευθύνεται στο αμάξι του, είπαν στο Φύσσα «ηρέμησε» κι εκείνος είπε ότι είχε μαχαιρωθεί. Δε θυμόταν τι είπαν μετά με τους συναδέλφους του για το περιστατικό. Σε ερωτήσεις της κας Δαλιάνη απάντησε ότι όταν έφτασαν στο σημείο του δόθηκε η αίσθηση ότι «θα γίνει κάτι» και πολύ γρήγορα άρχισε να τρέχει ο συγκεντρωμένος «όχλος» παρότι οι αστυνομικοί τους είπαν να σταματήσουν. Οι «4-5» που χτυπούσαν το Φύσσα έτρεξαν να φύγουν μαζί με τους άλλους δεκαπέντε, που είχαν την ίδια εμφάνιση και «να σπάνε στα γύρω στενά». Σε ερωτήσεις της κας Παπαδοπούλου απάντησε ότι ήταν στην ομάδα «408, Κερατσίνι» κι ενώ βρίσκονταν στη Λαμπράκη έλαβαν σήμα 23:54 κι έφτασαν στο σημείο σε «ένα με δύο λεπτά». Δεν άκουσε τη διαβίβαση για «50 άτομα με ρόπαλα» ούτε άκουσε τη συζήτηση μεταξύ Τσολακίδη, του επικεφαλής της ομάδας του που βρισκόταν δίπλα του, με τον Χατζησταμάτη που πραγματοποιήθηκε μόλις έφτασαν στο σημείο. Όταν η συνήγορος του επεσήμανε ότι το σήμα ότι «άτομα της ΧΑ τρέχουν στην Τσαλδάρη» δόθηκε 12:01:47 κι επομένως δεν έτρεξαν οι πενήντα συγκεντρωμένοι αμέσως μόλις έφτασε η ομάδα του μάρτυρα όπως καταθέτει σήμερα, εκείνος απάντησε ότι «λόκαρε» στους πέντε που χτυπούσαν το Φύσσα και δεν είδε τι έκανε το πλήθος. Ο μάρτυρας κατόπιν ερωτήσεων του κ. Καμπαγιάννη ξεκαθάρισε ότι όταν χρησιμοποιούσε πληθυντικό και κατέθετε «δεν καταλάβαμε ότι ήταν της ΧΑ», «πήγαμε για καταθέσεις» αναφέρεται γενικά καθώς ο ίδιος δεν προέβη σε κατάθεση εκείνο το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου, και ο συνάδελφός του Τσολακίδης στις μεταβιβάσεις του εκείνο το βράδυ κάνει λόγο για «άτομα της ΧΑ που κάνουν επίθεση». Σε ερωτήσεις του κ. Παπαδάκη απάντησε ότι όταν έφτασε είχε την αίσθηση ότι αυτή η ομάδα «που τελικά ήταν η ΧΑ» «θα κάψουν την καφετέρια», ότι γενικά ένιωθε «από πού θα μου έρθει». Κατέθεσε ότι έτρεχε προς την Τσαλδάρη 5ος στη σειρά αστυνομικός, αργός γιατί είχε το πολυβόλο, και του «έπεσε το γκλοπ». Εμπόδιζε την ορατότητά του η νησίδα στη μέση με χαμηλή βλάστηση. Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος διέκοψε λέγοντας ότι «κάνει υπομονή παρότι ακούγονται τα ίδια πράγματα όλη την ώρα» και να αναρωτιέται πότε θα τελειώσει η δίκη, με το κ. Παπαδάκη να απαντά ότι χρειάζονται περισσότερες δικάσιμοι και όχι να μη γίνονται ερωτήσεις, τελειώνοντας την εξέταση του μάρτυρα.

ΙΙΙ. Ερωτήσεις από τους συνηγόρους υπεράσπισης.

Ακολούθησαν ερωτήσεις από τους συνηγόρους υπεράσπισης.

Σε ερωτήσεις του κ. Οπλαντζάκη ο μάρτυρας κατέθεσε ότι δεν έχει επηρεαστεί από κανέναν για τα όσα καταθέτει, ότι έκανε λόγο για 50 άτομα με ρόπαλα και στην πρώτη του κατάθεση κι ότι η αίσθηση όταν έφτασε σημείο προκαλούσε φόβο. Κατέθεσε ακόμα ότι οδηγήθηκαν στην Τσαλδάρη και είδαν τη συμπλοκή επειδή ακολούθησαν την ομάδα που έτρεχε. Δε θυμόταν εάν τον προσπέρασε ο Μπάγιος όταν του έπεσε το γκλοπ, άκουγε ύβρεις, απομάκρυναν τον κόσμο μετά τη δολοφονία αλλά δεν πήγε σε αυτόν κάποιος μάρτυρας. Κατέθεσε ότι αν ήθελαν οι Χρυσαυγίτες «θα τον είχαν βάλει κάτω» το Φύσσα γιατί είχαν «αριθμητικό πλεονέκτημα» και ότι ο Φύσσας «έπαιζε ξύλο με το Ρουπακιά». Το λόγο πήρε ο συνήγορος Στεφανάκης, ο οποίος δήλωσε ότι είναι και στην υπόθεση του Άλκη στη Θεσσαλονίκη κι ότι σε εκείνη την υπόθεση φίλος του Άλκη κατέθεσε ότι «ήρθαν να τον σκοτώσουν», προκειμένου να καταλήξει στην ερώτηση περί του αν ήταν οργανωμένη η δολοφονία Φύσσα, με το μάρτυρα να απαντά ότι «υπήρχαν συγκεντρωμένα άτομα» κι ότι «δεν πιστεύει ότι κάποιοι θα ξέρανε ότι θα γίνει ανθρωποκτονία και θα τους οδηγούσαν εκεί». Ο κ. Στεφανάκης επιμένοντας να συγκρίνει την υπόθεση του Άλκη Καμπανού με την εν προκειμένω, ρωτούσε αν είχαν οι δράστες «φουλ φέις» μάσκες, αν κρατούσαν άλλοι μαχαίρι όπως στην υπόθεση του Άλκη, μέχρι την παρέμβαση της κας Παπαδοπούλου και της κας Δαλιάνη, που δήλωσε ότι «δεν μπορούμε να θεωρούμε ως δεδομένα ζητούμενα εκκρεμών υποθέσεων», με τον κ. Στεφανάκη να απαντά ότι δε δέχεται σχόλια από την κα Παπαδοπούλου παρά μόνο από την κα Δαλιάνη. Η κα Παπαδοπούλου πήρε το λόγο ώστε να διευκρινήσει ότι «δε δικάζουμε όλα τα εγκλήματα. Ένα συγκεκριμένο εξετάζουμε». Τότε αντέδρασαν οι κύριοι Μιχαλόλιας Νίκος, Παπαδέλλης, Νασσίου υποστηρίζοντας ότι «όλη η πρωτοβάθμια δίκη έχει βασιστεί σε «ανακρίβειες» και «δημοσιεύματα του Ψαρρά» κι ότι «προσπαθούν να φιμώσουν τον Στεφανάκη». Ο Στεφανάκης αφού ευχαρίστησε για την υποστήριξη, συνέχισε τις ερωτήσεις του, με το μάρτυρα να απαντά ότι δε γνωρίζει αν η ομάδα της ΧΑ γνώριζε τον Φύσσα από πριν, ότι οι αστυνομικοί νόμιζαν ότι ήταν οπαδικό εκείνο το βράδυ, ότι το ασθενοφόρο άργησε να έρθει περίπου 20 λεπτά, ότι προσέγγισαν πάρα πολλοί που έπρεπε να απωθήσουν και δε θυμάται αν ήταν γυναίκες ή όχι. Σε ερωτήσεις του Νασίου απάντησε ότι δεν άκουσε να επικροτούν οι της ΧΑ τη δολοφονία, ότι δεν κατάλαβε το μαχαίρωμα παρά μόνο όταν πήγαν να συλλάβουν το Φύσσα, που τους είπε «εμένα ρε παιδιά; Με μαχαίρωσε» και έδειξε το τραύμα του. Ο κ. Ρουσσόπουλος, αφού δήλωσε ότι για εκείνον πρόκειται για πολιτική δίκη που στόχο έχει την υφαρπαγή των ψήφων της ΧΑ, ρώτησε αν η αστυνομία «γνώριζε ότι στη περιοχή ζει ένας διάσημος αντιφασίστας που τον τρέμει η παγκόσμια τάξη», αν έχει ακούσει ξανά «να τρέχει ο Υπουργός Εσωτερικών στο σημείο», αν γνωρίζει ότι έγιναν 450 κατ’οίκον έρευνες, που σήκωναν μωρά μήπως υπήρχε φυλλάδιο της ΧΑ από κάτω» κλπ με το μάρτυρα να απαντά αρνητικά ή ότι δε γνωρίζει. Σε ερωτήσεις του κ. Παπαδέλη ο μάρτυρας απάντησε ότι οι συγκεντρωμένοι της ΧΑ δεν επιτέθηκαν στους αστυνομικούς, δεν προσπάθησαν να αποσπάσουν τον οπλισμό τους, δεν υπήρχε εχθρική συμπεριφορά κι ότι τα μηχανάκια ήταν σταθμευμένα Σε ερωτήσεις του κ. Νικόλαου Μιχαλόλια ο μάρτυρας απάντησε ότι οι μηχανές της αστυνομίας «πάνε πάντα μαζί», ότι εκείνη την εποχή «έβγαιναν γενικά με πολυβόλα» ακόμα και για «να πάνε σε μια γιαγιά». Σε ερωτήσεις του κ. Γκαβέλα απάντησε ότι η λέξη «συμπλοκή» που χρησιμοποίησε ο μάρτυρας στην πρώτη του κατάθεση αναφερόμενος στον Παύλο Φύσσα και το Ρουπακιά δεν ήταν σχηματική, κι ότι κατά τη γνώμη του «αν ήταν οργανωμένη η επίθεση, δε θα τους οδηγούσαν στη δολοφονία» οι 50 που ακολούθησε η αστυνομία και τους «οδήγησαν» στο σημείο της δολοφονίας, με τους συνηγόρους Γκαβέλα και Πανταζή να αναφωνούν «έτσι μπράβο». Απάντησε επίσης ότι δε γνωρίζει αν οι συνάδελφοί του κράτησαν πινακίδες από τα υπόλοιπα μηχανάκια, ότι δεν είδε συνοδηγό του Ρουπακιά. Σε ερωτήσεις του κ. Μαρκέτου ο μάρτυρας απάντησε ότι κατά τη «συμπλοκή» Ρουπακιά και Φύσσα ο τελευταίος φαινόταν να έχει «το πλεονέκτημα» ως πιο ψηλός, ότι δεν είδε να χτυπούν άλλους πλην του Φύσσα, ότι οι ομάδες ΔΙΑΣ σαν τη δική του αποστέλλονται ως παρατηρητές και ότι το πολυβόλο τους δινόταν προληπτικά και για τη δική τους προστασία. Σε ερωτήσεις της κας Πανταζή ο μάρτυρας απάντησε ότι ο Χατζησταμάτης τους ενημέωσε ότι «είχε γίνει μια παρεξήγηση μεταξύ αναρχικών και χρυσαυγιτών» στο Κοράλλι, η οποία είχε λήξει, ότι κατά τη γνώμη του οι 50 που κοιτούσαν τους 5 που επιτίθονταν στο Φύσσα «δεν ήταν από την ίδια ομάδα». Σε ερωτήσεις του κατηγορούμενου Λαγού ο μάρτυρας επανέλαβε ότι δεν είδε ρόπαλα, ότι από κουβέντες με συναδέλφους του άκουσε ότι υπήρχαν σιδηρομπουνιές, ότι υπήρχαν δύο συμπλοκές, «μεταξύ Φύσα και ρουαπκιά και άλλοι 3 που ήταν γύρω του», που συνέδραμαν το Ρουπακιά με σπρωξίματα και κλωτσιές.

IV. Επεισόδιο συνηγόρου Πανταζή με τον κατηγορούμενο Λαγό

Ο κατηγορούμενος αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν «ο εκπαιδευμένος δολοφόνος να έρχεται με το αυτοκίνητό του και οι άλλοι να έρθουν να συνδράμουν με παπάκια» με το μάρτυρα να απαντά ότι «οι 15 δεν είχαν σχέση με τους άλλους 5. Εκτός αν έχει οργανωθεί τόσο πολύ» με την κα Πανταζή να φωνάζει «Σας το έχει πει 100 φορές» προκαλώντας την αντίδραση του κατηγορούμενου που απάντησε «θα ρωτάω όσο θέλω! Αρκετά έχεις κάνει έως εδώ. Είσαι ανόητη!» με τη συνήγορο να ανταπαντά ότι ανόητος είναι εκείνος κι ότι του είπε 4 φορές να μη ρωτάει ρωτώντας τον αν νομίζει ότι οι ερωτήσεις που κάνει είναι σωστές. Η ένταση μεταξύ τους συνεχίστηκε με το συνήγορο Παπαδέλλη να προτείνει «να τα βρουν έξω» και το Δικαστήριο να διακόπτει για λίγα λεπτά. Όταν συνεχίστηκε η συνεδρίαση του Δικαστηρίου ο κ. Παπαδάκης προέβη σε μία δήλωση σχετικά με τη διάρκεια της δίκης, σημειώνοντας ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας είχε απασχολήσει το πρωτοβάθμιο δικαστήριο 2,5 ημέρες κι ότι συγκρίνοντας τη διαδικασία στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο με το πρωτοβάθμιο, στο μισό χρονικό αντίστοιχο διάστημα έχει εξεταστεί διπλάσιος αριθμός μαρτύρων κι επομένως «η δίκη προοδεύει». Όμως με 5 δικασίμους το μήνα θα πάμε για Δεκέμβρη του 2026. Γι’ αυτό ζητείται επιτάχυνση από την πολιτική αγωγή.

Στο σημείο αυτό το Δικαστήριο διέκοψε για την 1/2/2023.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ

ΑΡΧΕΙΟ