148η Συνεδρίαση, Aίθουσα Τελετών Εφετείου Αθηνών, 27.4.2017
Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο
Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης για την παρακολούθηση της δίκης από το κοινό, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας. H παρουσία κοινού και δημοσιογράφων στην αίθουσα ήταν σημαντική.
ΙΙ.Παρουσία και εκπροσώπηση των κατηγορουμένων
Ουδείς εκ των κατηγορουμένων δεν ήταν παρών κατά τη σημερινή συνεδρίαση.
ΙΙΙ. Εξέλιξη της διαδικασίας
Στη σημερινή συνεδρίαση κατέθεσε η μάρτυρας Μαρία Τρούλου, σχετικά με την επίθεση που δέχθηκε στην Πάρο.
ΙV. Κατάθεση της μάρτυρα Τρούλου
Α. Εξέταση από το Δικαστήριο
Σε ερωτήσεις της έδρας, η μάρτυρας κατέθεσε πως είναι νηπιαγωγός, αλλά τα δύο τελευταία χρόνια εργάζεται με σύμβαση ως γραμματέας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και είναι υποψήφια διδάκτορας. Τη σχολική χρονιά 2012-2013 εργαζόταν ως αναπληρώτρια νηπιαγωγός στη Νάουσα της Πάρου.
Ως τότε, η Χ.Α. δε διατηρούσε γραφεία στο νησί, αν και γίνονταν σχετικές συζητήσεις εκείνη την περίοδο. Στις 28/2/2013, έπειτα από κάλεσμα της αντιφασιστικής πρωτοβουλίας Πάρου, συμμετείχε και αυτή, όπως και άλλοι εκπαιδευτικοί, σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για την άφιξη βουλευτών και οπαδών της Χ.Α. στο νησί για την κοπή πρωτοχρονιάτικης πίτας.
Η μάρτυρας πήγε αρχικά στο «Σπίτι του Δασκάλου», όπου εκείνη τη μέρα είχε προγραμματιστεί προβολή του ντοκιμαντέρ «Το αβγό του φιδιού». Στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς το χώρο όπου πραγματοποιούταν η διαμαρτυρία, στην οποία συμμετείχαν περίπου 500 άτομα από διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις, μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, ακόμη και γονείς μαθητών της. Με το πέρας της εκδήλωσης, έγινε ένα κάλεσμα από μικροφώνου για πορεία προς την ταβέρνα «Πάρος», όπου γινόταν η κοπή της πίτας από τα μέλη της Χ.Α.. Γύρω στα 150 άτομα, ενήλικοι και έφηβοι, μεταξύ αυτών και η Τρούλου με το φίλο της, Σάββα Μαυρίδη, ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Επειδή η αστυνομία απέκλεισε τη δίοδο από τον κεντρικό δρόμο, η πορεία προχώρησε από τα καλντερίμια. Καθώς προχωρούσαν και ενώ είχε αρχίσει να βραδιάζει, αυτοί που ηγούνταν της πορείας βρέθηκαν μπροστά από τα ΜΑΤ, και άρχισαν να οπισθοχωρούν. Προκειμένου να προστατευθεί από τα ΜΑΤ που χτυπούσαν χαμηλά και τον κόσμο που οπισθοχωρούσε, προσπάθησε να διαφύγει πηδώντας το τοιχίο της βεράντας μια ισόγειας κατοικίας, όπου στέκονταν ακίνητοι δύο μαυροντυμένοι άνδρες. Εκείνη τη στιγμή ένιωσε κάποιον έξω από τη βεράντα να την τραβάει από τα μαλλιά και να χτυπάει το κεφάλι της πάνω στο τοιχίο. Από το χτύπημα του δράστη έχασε τις αισθήσεις της. Στη συνέχεια άκουσε το Μαυρίδη να φωνάζει το όνομά της και να τη σηκώνει, ενώ μετά ακολούθησε και δεύτερο χτύπημα με μεταλλικό αντικείμενο, που της προκάλεσε μεν αιμορραγία στο κεφάλι, ωστόσο ταυτόχρονα τη συνέφερε. Αντίκρυσε το δράστη, και μπόρεσε να διακρίνει τα αδρά χαρακτηριστικά του, βοηθούμενη και από το φως του δρόμου. Ήταν γεροδεμένος, γύρω στο 1.90 και φορούσε πουκάμισο και τζάκετ, είχε γκρίζους κροτάφους, και λακάκι στο πηγούνι, ενώ έβγαζε άναρθρες κραυγές. Ο Μαυρίδης ήταν πίσω της κατά τη διάρκεια της επίθεσης και προσπαθούσε να την αποτραβήξει από το δράστη, με αποτέλεσμα να πιάσει αυτόν από το σακίδιο ο δράστης. Στη συνέχεια κατέφθασαν τα ΜΑΤ, τα οποία προσπαθούσαν να τους χωρίσουν και χτυπούσαν τόσο το δράστη στα χέρια, για να τους αφήσει, όσο και το Μαυρίδη στα πλευρά. Η μάρτυρας είπε αναφορικά με τους μαυροντυμένους άνδρες ότι δεν γνωρίζει αν τη χτύπησαν και αυτοί, αλλά πιστεύει ότι δεν ήταν από την πορεία, ειδάλλως θα τους είχαν βοηθήσει να φύγουν. Μετά ήρθε ένας αστυνομικός, ο οποίος βοήθησε αυτήν και τον Μαυρίδη να φύγουν από το σημείο και εκείνη τη στιγμή, ενώ κατέβαιναν από το πεζοδρόμιο, ο φίλος της δέχτηκε και άλλο χτύπημα από άγνωστο δράστη που έτρεχε. Ο αστυνομικός τους άφησε στο πάρκινγκ, όπου αρχικά τους παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες από έναν γιατρό, ενώ έπειτα με το αυτοκίνητο μίας κυρίας διακομίστηκαν στο Κέντρο Υγείας Παροικιάς.
Εκεί της έκαναν 10 ράμματα στο κεφάλι, ενώ είχε και θλάση. Στο Κέντρο Υγείας ρώτησαν τη μάρτυρα και το φίλο της αν ήθελαν να μεταφερθούν με ελικόπτερο στην Αθήνα, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν. Στο Κέντρο Υγείας είχε συγκεντρωθεί κόσμος, καθώς ο Μαυρίδης είναι κάτοικος του νησιού και γνωστός καθηγητής μουσικής. Μεταξύ των συγκεντρωμένων ήταν και ένας δημοσιογράφος από την «Φωνή της Πάρου», ο οποίος της έδειξε στο τάμπλετ του κάποιες φωτογραφίες που είχε νωρίτερα τραβήξει. Σε αυτές αναγνώρισε τον άνδρα που της επιτέθηκε, ο οποίος, όπως την πληροφόρησε ο δημοσιογράφος, ήταν ο βουλευτής Μίχος. Μετά από μιάμιση ώρα -και με παρέμβαση του Δημάρχου- ήρθε η αστυνομία. Ο Μαυρίδης δε θέλησε να δώσει συνέχεια στην υπόθεση, η ίδια ωστόσο κατέθεσε ενώπιον Εισαγγελέως αφού συμβουλεύτηκε και μία δικηγόρο, χωρίς να κατονομάσει το βουλευτή, παρά μόνο αρκέστηκε να τον περιγράψει, υποβάλλοντας μήνυση κατ’ αγνώστων. Αργότερα μετέβησαν με το περιπολικό της αστυνομίας στο λιμάνι, προκειμένου να αναγνωρίσουν τους δράστες ανάμεσα τα μέλη της Χ.Α. που αποχωρούσαν από το νησί, αλλά δε βρήκαν κανένα. Οι αστυνομικοί τους είπαν να πάνε μόνοι τους αν ήθελαν την επόμενη μέρα, αλλά δεν πήγαν. Η μάρτυρας υποστήριξε ότι υπήρχε κωλυσιεργία της αστυνομίας στην υπόθεση και πως κατά τη διάρκεια της κατάθεσής της ο αστυνομικός παρενέβαινε διαρκώς. Από την αστυνομία δεν της επεδείχθη καμία φωτογραφία. Ένας Ολλανδός δημοσιογράφος, που ζει και εργάζεται χρόνια στο νησί και δέχθηκε επίσης επίθεση, με αποτέλεσμα να του σπάσουν την κάμερα, της έδειξε φωτογραφίες από την άφιξη των χρυσαυγιτών στο νησί, αλλά δεν ήθελε να συμμετέχει στη διαδικασία, επειδή φοβόταν.
Αργότερα, μετά από τηλεφώνημα δημοσιογράφου από την εφημερίδα το «Έθνος», η Τρούλου πείστηκε να δώσει μια επώνυμη συνέντευξη, θεωρώντας ότι η δημοσιότητα θα την προστάτευε. Απαντώντας σε ερωτήσεις της Εισαγγελέα, η Τρούλου είπε πως δεν προέβη σε περαιτέρω δικαστικές ενέργειες, επηρεασμένη από την πρόσφατη τότε αθώωση του Κασιδιάρη στη υπόθεση Διαλυνά, θεωρώντας πως θα μπορούσε να εμφανιστεί ένας ψευδομάρτυρας και στο τέλος να βρεθεί η ίδια κατηγορούμενη για συκοφαντική δυσφήμιση.
Β. Εξέταση της μάρτυρα από τους συνηγόρους Πολιτικής Αγωγής
Σε ερωτήσεις της πολιτικής αγωγής, η μάρτυρας είπε πως οι χρυσαυγίτες ήθελαν να τους βλάψουν και να τους «βάλουν κάτω από το χώμα», ενώ τόνισε πως το νησί της Πάρου ζει στους δικούς του φιλήσυχους ρυθμούς, και έχει πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Επέκρινε την στάση της αστυνομίας, λέγοντας πως της έδωσε την εντύπωση πως αστυνομία ήρθε για να προστατέψει τη Χ.Α. και τους ακολούθους της, δεδομένου ότι είχαν καταφθάσει δύο διμοιρίες των ΜΑΤ στο νησί καθώς και αστυνομικοί, οι οποίοι δρούσαν σαν φρουρά των αφιχθέντων χρυσαυγιτών.
Αναφέρθηκε στον ψυχολογικό φόβο που ένιωθε για πολύ καιρό και είπε πως η δολοφονία του Φύσσα την ώθησε να καταθέσει ό,τι είχε σχετικό με την εν λόγω υπόθεση. Αναφέρθηκε επίσης στα ναζιστικά σύμβολα της Χ.Α., όπως σημαίες με σβάστικες, συνθήματα και τατουάζ μελών της.
Αναφερόμενη στις φράσεις που ακούγονται στο βίντεο που βρέθηκε στο κατασχεμένο κινητό του Καζαντζόγλου «πήγαινε για ζημιά ο Μίχος», «τρέχανε σαν λαγοί μέχρι τη θάλασσα», είπε πως οι κατηγορούμενοι κόμπαζαν και τα θύματα της επίθεσης που έτρεχαν να διαφύγουν.
Επεσήμανε πως η τοπική κοινωνία τους συμπαραστάθηκε, καθώς χρειάστηκε να πάρει 10 μέρες άδεια, ενώ και ο δήμαρχος Βλαχογιάννης εξέφρασε σε σχετικές δηλώσεις την υποστήριξή του. Αναφέρθηκε στο φόβο που ένιωθε λόγω της αναγνώρισης ενός ηγετικού στελέχους της Χ.Α. ως δράστη της επίθεσης.
Ένταση προκλήθηκε όταν ο συνήγορος Καμπαγιάννης αιτήθηκε να καταγραφεί στα πρακτικά η φράση που ακούστηκε από πλευρά συνηγόρων υπεράσπισης «καλά ήσουν!» όταν η μάρτυρας κατέθεσε πως έλαβε 10 ημέρες άδεια μετά την επίθεση που δέχθηκε. Το κατ’ άρθρο 141 παράγραφος 1 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αίτημα που κατατέθηκε στη συνέχεια και εγγράφως, απορρίφθηκε από την έδρα.
Σε φωτογραφίες που της επεδείχθησαν αναγνώρισε το σημείο της επίθεσης, το οποίο επισκέφθηκε τη μεθεπόμενη των γεγονότων, καθώς και το Μίχο, στη σχετική φωτογραφία που της έδειξε ο δημοσιογράφος. Ανέφερε πως στις ανακρίτριες προσκόμισε ένα CD, στο οποίο είχε συγκεντρώσει φωτογραφικό υλικό και σχετικές αναρτήσεις από το διαδίκτυο. Σύμφωνα με τη μάρτυρα, καμία σύλληψη δεν έγινε την ημέρα των γεγονότων, ενώ είπε πως δεν αναγνωρίστηκε κάποιος Παριανός μεταξύ των δραστών.
Γ. Εξέταση της μάρτυρα από τους συνηγόρους υπεράσπισης
Στην συνέχεια, απαντώντας σε ερωτήσεις της υπεράσπισης, η μάρτυρας είπε πως ο δήμαρχος Πάρου θέλησε να εκφράσει την άποψή του για την απρόκλητη επίθεση που δέχθηκαν, ενώ κανείς δεν γνώριζε τι θα συμβεί. Μετά την επίθεση η μάρτυρας φοβήθηκε, αν και υπήρχαν άνθρωποι που τους είχαν προειδοποιήσει, καθώς είχαν εμπειρία από διαδηλώσεις στην Αθήνα. Θέλησε να πάει στο λιμάνι μαζί με την αστυνομία, καθώς πίστευε πως θα μπορούσε να καταδείξει το Μίχο παρουσία της αστυνομίας.
Είπε πως στο Κέντρο Υγείας έδωσε γραπτή κατάθεση ενώπιον της Εισαγγελέα, την οποία και υπέγραψε. Σε άλλες φωτογραφίες, αναγνώρισε την πλατεία που έγινε η διαμαρτυρία και το κέντρο που έγινε η κοπή της πίτας. Αναγνώρισε επίσης το Μίχο, που μιλάει στην ταβέρνα εκείνο το βράδυ, φορώντας πουλόβερ.
Σχετικά με τη στιγμή της επίθεσης, είπε πως είδε το Μίχο όταν εκείνος της σήκωσε το κεφάλι, ενώ δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ποιος την χτύπησε με το μεταλλικό αντικείμενο. Επέμεινε ότι έδωσε λεπτομερή περιγραφή του δράστη στην κατάθεσή της στην Πάρο, καθώς και ότι δέχθηκε επίθεση με γκλοπ. Υποστήριξε ότι μπορεί να δέχθηκε την επίθεση επειδή είναι εύκολος στόχος ως γυναίκα που εκφράζει τη γνώμη της. Τέλος, ερωτηθείσα είπε πως δεν γνωρίζει αν είχε προκληθεί νωρίτερα κάποιο άλλο περιστατικό, πέρα από ένα φραστικό επεισόδιο στην πλατεία.
Στο σημείο αυτό το δικαστήριο διέκοψε για την Τρίτη 2 Μαΐου και ώρα 09.00, στην Αίθουσα Γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού.