Πηγή: ΕφΣυν
Αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας Φύσσα, που βρισκόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού του όταν το τάγμα εφόδου της Νίκαιας επιτέθηκε στον αντιφασίστα μουσικό, εισέφερε χθες ενώπιον του δικαστηρίου σημαντικά στοιχεία για το εν ψυχρώ και οργανωμένο έγκλημα της ναζιστικής οργάνωσης.
Οπως κατέθεσε ο A.Ν., 30 χρόνια κάτοικος της περιοχής, λίγο πριν από τις 12 τα μεσάνυχτα βγήκε στο μπαλκόνι επειδή άκουσε φασαρία.
«Ο δρόμος είναι κεντρικός, υπάρχει φωτισμός», τόνισε και αναφέρθηκε λεπτομερώς στην κινητικότητα μιας ενιαίας ομάδας που «έφταναν, έφευγαν, το μέρος δεν άδειασε ποτέ». Οπως είπε, την ώρα που τρεις από αυτούς χτυπούσαν τον Φύσσα, οι υπόλοιποι 20-30 τούς υποστήριζαν.
Ολοι ήταν νεαρής ηλικίας, φορούσαν μαύρα ρούχα, κάποιοι παραλλαγής, αρκετοί είχαν ξυρισμένα κεφάλια, ήταν γεροδεμένοι, περιέγραψε ο μάρτυρας. Αν και από το σημείο στο οποίο βρισκόταν δεν είδε διακριτικά της οργάνωσης, εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ήταν χρυσαυγίτες, καθώς ξανασυνάντησε μέλη της οργάνωσης σε συγκέντρωση στη Νίκαια με διακριτικά πλέον, σημαιάκια κ.λπ.
Η στάση της Αστυνομίας
«Είδατε κάποιον από τους πολλούς να προσπαθούν να σταματήσουν τους τρεις;», ρώτησε η πρόεδρος, με τον μάρτυρα να απαντάει: «Οχι, αυτό δεν υπήρχε».
Σχετικά με τη στάση της Αστυνομίας κατέθεσε ότι είδε μόνο έναν αστυνομικό να πλησιάζει «μόνος, αργά και επιφυλακτικά» προς το σημείο της επίθεσης.
«Τι να κάνει ένας αστυνομικός εκείνη τη στιγμή; Θα μπορούσαν να του επιτεθούν και όλοι οι τριγύρω», ανέφερε αποτυπώνοντας με τη φράση αυτή τη μειονεκτική θέση στην οποία βρισκόταν ο Φύσσας, αλλά και επιβεβαιώνοντας μέσα από την κατάθεσή του την ολιγωρία που επέδειξε η αστυνομική δύναμη που ήταν παρούσα.
Αυτό διήρκεσε 5-10 λεπτά και στη συνέχεια στον Α.Ν. έκανε εντύπωση πώς μπήκε και πάρκαρε ανάποδα ένα αυτοκίνητο, ο οδηγός του οποίου «με ήρεμο βηματισμό πλησίασε τους τρεις, ακούστηκε κάποιος να φωνάζει “το έφαγαν το παλικάρι”, και ύστερα επέστρεψε στο αμάξι με μια κίνηση σαν κάτι να πέταξε, σαν αποτσίγαρο».
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, ο Ρουπακιάς όχι μόνο δεν δέχτηκε επίθεση προτού βγάλει μαχαίρι -όπως ισχυρίστηκε στην κατάθεσή της η αδελφή του-, αλλά οι κινήσεις του ήταν τόσο ήρεμες που έδινε την εντύπωση ότι ήταν συγγενής του Φύσσα και πήγαινε να βοηθήσει.
Περιγράφοντας, τέλος, το σημείο της δολοφονίας ο μάρτυρας ανέφερε ότι αν κάποιος βρισκόταν στην πλευρά της οδού Ξάνθου είχε καλύτερη ορατότητα ακόμα και από τον ίδιο, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό τις καταθέσεις των δύο φοιτητριών που την ώρα της δολοφονίας κάθονταν σε παγκάκι προς τη συγκεκριμένη οδό.