116η Συνεδρίαση, Αίθουσα Τελετών Εφετείου Αθηνών, 17.1.2017
Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο
Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης και παρακολούθησης τη δίκης από το κοινό, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας. Υπήρχε παρουσία δημοσιογράφων και (μεγάλη) παρουσία κοινού.
II. Παρουσία των κατηγορουμένων
Παρών στη διαδικασία ήταν ένας (1) κατηγορούμενος, ο Ι. Καστρινός.
III. Συνέχιση της διαδικασίας:
Α. Εξέταση του μάρτυρα και πολιτικώς ενάγοντα Ιορδάνη Πουντίδη από το Δικαστήριο
Στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ο μάρτυρας κατέθεσε ότι κατοικεί στην Αμφιάλη και ότι επί πολλά χρόνια εργάζεται στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος (Ν/Ζώνη) με ειδικότητα ηλεκτροσυγκολλητή. Ο μάρτυρας επισήμανε ότι είναι μέλος του Δ.Σ. του Συνδικάτου Μετάλλου Πειραιά και ότι παλαιότερα, επί 16-17 χρόνια, ήταν πρόεδρός του.
Το βράδυ της 12/9/2013 είχε κανονίσει με τους συντρόφους του από το ΚΚΕ να πάνε για αφισοκόλληση, με σκοπό να προπαγανδίσουν το φεστιβάλ της ΚΝΕ. Έτσι συναντήθηκαν περί ώρα 23:10-23:15 περίπου 15 άτομα στο τέρμα Περάματος, έχοντας μαζί τους τρία αυτοκίνητα και τρία-τέσσερα δίκυκλα, καθώς και κουβά με δυο πινέλα και μπογιά. Ο μάρτυρας ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία, 60 ετών. Αφού έκαναν τρεις στάσεις, λίγο πριν τις 24:00 έφτασαν στο ναυπηγείο Παπίλα, όπου πραγματοποίησαν στάση για να συνεχίσουν την αφισοκόλληση. Στάθμευσαν τα αυτοκίνητα στην πλευρά του ναυπηγείου, στα δεξιά του δρόμου, όπου βρήκαν κατάλληλο σημείο για να γράψουν σύνθημα. Άλλοι έγραφαν και άλλοι κολλούσαν αφίσες, ενδεχομένως κάποιοι να προηγούνταν για να κολλούν αφίσες. Τότε από τον κάθετο δρόμο δεξιά ήρθε μια ομάδα 25 ατόμων και παράλληλα από την αριστερή μεριά άλλη μια ομάδα και περικύκλωσαν τον μάρτυρα και τους συντρόφους του. Δεν υπήρχε δυνατότητα διαφυγής. Ενδεχομένως τα εν λόγω άτομα να βρίσκονταν στα κάθετα στενά, που είναι σκοτεινά, και να περίμεναν να φτάσουν στο εν λόγω σημείο οι αφισοκολλητές. Ο μάρτυρας τούς αντιλήφθηκε όταν άρχισαν να τους βρίζουν χυδαία: «κομμούνια θα σας αυτώσουμε, τα σπίτια σας, κομμούνια θα πεθάνετε».
Η ενιαία πλέον ομάδα απαρτιζόταν κυρίως από άτομα ηλικίας 30-40 ετών και αρκετά νέα άτομα 17-23 ετών. Γενικά επρόκειτο για νέους ανθρώπους, με μαύρες μπλούζες και ξυρισμένα κεφάλια. Περίπου δέκα από αυτούς είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά τους. Οι δυο επικεφαλής των ομάδων δεν κρατούσαν κάτι, εντούτοις τα άτομα που βρίσκονταν στις πρώτες σειρές έφεραν ρόπαλα με καρφιά, μπετόβεργες κ.λπ., και όσοι βρίσκονταν στις πιο πίσω σειρές κουβαλούσαν μεγάλες πέτρες. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι τα εργαλεία αυτά «δημιουργήθηκαν για να χρησιμοποιηθούν στα κεφάλια τους». Αν και ο φωτισμός δεν ήταν ιδιαίτερα καλός, ο μάρτυρας μπόρεσε να τα αντιληφθεί αυτά.
Ο μάρτυρας άμεσα αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για μέλη της Χρυσής Αυγής. Από την ενιαία πλέον ομάδα ήταν μπροστά οι επικεφαλής Πανταζής και Χατζηδάκης και ζήτησα τον Πουλικόγιαννη. Ο μάρτυρας γνώριζε εξ όψεως τον Πανταζή, γνωστό ως «μπαλονά». Τον Χατζηδάκη τον είχε γνωρίσει σε εργασιακό πλαίσιο, του είχε συστηθεί ένα χρόνο πριν το περιστατικό ως χρυσαυγίτης, καμαρώνοντας ότι είναι το δεξί χέρι του Λαγού. Πέρα από αυτούς, αναγνώρισε και τους Αντωνακόπουλο και Καστρινό (τον οποίο αναγνώρισε μεταγενέστερα, σε επιδειχθείσα από την αστυνομία φωτογραφία).
Οι δυο επικεφαλής ζήτησαν τον Πουλικόγιαννη (πρόεδρο του Συνδικάτου Μετάλλου Πειραιά), ο οποίος βγήκε μπροστά. Σε σχέση με αυτούς και τον Πουλικόγιαννη ο μάρτυρας βρισκόταν 2-2,5 μέτρα αριστερά τους. Ο μάρτυρας άκουσε τον Χατζηδάκη να λέει τη χουλιγκανική –όπως τη χαρακτήρισε– έκφραση «τώρα θα γίνουμε». Ο ίδιος δεν είχε λεκτική επικοινωνία μαζί τους. Ο Πουλικόγιαννης προσπάθησε να τους πει ότι «δεν είναι σωστά πράγματα αυτά» και τότε ο Χατζηδάκης είπε κάτι σαν σύνθημα. Αργότερα οι σύντροφοί του τού είπαν ότι ο Χατζηδάκης είπε «τί κοιτάς ρε».
Στο χρονικό αυτό σημείο ο μάρτυρας είδε να πέφτει μια πρώτη ροπαλιά, να γίνεται κόκκινο από το αίμα το πρόσωπο του Πουλικόγιαννη και να σωριάζεται κάτω. Οι σύντροφοί του έπεσαν πάνω του για να τον καλύψουν, ο ίδιος νόμιζε ότι ήταν νεκρός. Παράλληλα οι χρυσαυγίτες χτυπούσαν αυτόν και στους συντρόφους του, στοχεύοντας στα κεφάλια τους με τα εργαλεία που είχαν. Στη συνέχεια ο μάρτυρας άκουσε το σύνθημα του Χατζηδάκη «το Πέραμα από εδώ». Ο μάρτυρας είχε τις αισθήσεις του, αλλά ήταν πολύ τρομοκρατημένος. Τον ενδιέφερε να μη σκοτωθεί κανείς. Ο ίδιος τραυματίστηκε στο κεφάλι και στα πλευρά, ενώ τα μέλη του σώματός του ήταν μελανιασμένα για δέκα μέρες περίπου.
Ο μάρτυρας είχε αντιληφθεί ότι σε απόσταση 50-80 μέτρων από τον τόπο του συμβάντος υπήρχαν δυο μοτοσικλέτες της ομάδας ΔΙΑΣ. Ήταν παρκαρισμένες και στέκονταν όρθιοι οι αστυνομικοί, έχοντας αντίληψη του τί συνέβαινε. Το συμβάν διήρκησε 2½ λεπτά, κατά τα οποία δεν υπήρχε κυκλοφορία οχημάτων: δεν μπορεί να ήταν τυχαίο, πρέπει να είχε διακοπεί. Πολύ σύντομα μετά την αποχώρηση των χρυσαυγιτών ήρθε η αστυνομία, 10-15 μηχανάκια ΔΙΑΣ και ένα περιπολικό. Σύμφωνα με τον μάρτυρα μπορεί να είχαν συνεννοηθεί με τους επιτιθέμενους. Αφού έφτασαν δεν κινήθηκε κανείς τους προς τα εκεί που είχαν φύγει οι επιτιθέμενοι, αν και κάποιοι γείτονες φωνάζανε και τους έδειχναν την κατεύθυνση. Οι αστυνομικοί δεν έκαναν τίποτε, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να συνεχιστεί η κυκλοφορία των οχημάτων προς τον Πειραιά.
Ο ίδιος και άλλοι επτά περίπου σύντροφοί του διαμετακομίστηκαν με ασθενοφόρο στο Θριάσιο νοσοκομείο, όπου τους παρασχέθηκαν πρώτες βοήθειες και κατά τις 4.30-5.00 π.μ. (της 13/9/2013) αποχώρησαν. Οι ιατροί τούς συνέστησαν να κάνουν αντιτετανικά εμβόλια σε φαρμακείο, γιατί στο νοσοκομείο δεν είχαν.
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, ο σκοπός των επιτιθέμενων ήταν να χτυπήσουν το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ, «για να δώσουν ένα μήνυμα σε όλη την κοινωνία. Χτυπώντας ένα ισχυρό σωματείο, με επιρροή στους εργαζόμενους. Επέλεξαν εμάς για να έχουν διπλό στόχο, χτυπώντας και κομμουνιστές και εργάτες». Ο μάρτυρας ανέφερε ότι και οι εργολάβοι είχαν εν προκειμένω συμφέρον, για την παύση της πάλης των εργαζομένων για τα δικαιώματά τους. Έτσι είχαν συμφωνήσει με την Χ.Α. την ίδρυση του σωματείου Άγιος Νικόλαος. Το σωματείο αυτό υπάρχει ακόμα, μαζεύονται 20-25 άτομα, αλλά δεν έχει απήχηση. Σύμφωνα με τον μάρτυρα, «ιδίως μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα ο κόσμος τους έχει σιχαθεί. Γενικά αλλά και στην Ν/Ζώνη. Έχει τεράστια επίδραση σ’ αυτό η δολοφονία του Παύλου Φύσσα.».
Ο μάρτυρας θεωρεί ότι οι χρυσαυγίτες «εκείνο το βράδυ ήθελαν να αφήσουν νεκρούς». Ο οπλισμός τους επαρκούσε για τον σκοπό αυτό, ωστόσο τέτοιο αποτέλεσμα δεν επήλθε λόγω τύχης (και όχι χάρις στην αστυνομία). Εν προκειμένω, οι επιτιθέμενοι νόμισαν ότι είχαν πετύχει τον σκοπό τους, επειδή είδαν τον Πουλικόγιαννη αναίσθητο. Μάλιστα, ως προς τον ίδιο τον μάρτυρα, επειδή το ένα μάτι του είχε κλείσει τελείως, οι σύντροφοί του τον σκουπίζαν και του έλεγαν «Ιορδάνη μη πεθάνεις, Ιορδάνη μη πεθάνεις».
Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι η επίθεση δεν πραγματοποιήθηκε με απόφαση των επικεφαλής των δυο ομάδων, αλλά σαφώς με απόφαση της ηγεσίας της Χ.Α. Σχετικά αναφέρθηκε σε συνάντηση των υψηλών στελεχών της με τους εργολάβους, στα μηνύματα που αντάλλαξε ο Λαγός κ.λπ. Όπως είπε χαρακτηριστικά, τα μέλη της Χ.Α. «μιλάνε για απόλυτη πειθαρχία στον Αρχηγό. Δεν κάνεις τίποτε αν δεν πάρεις εντολή από τους Μιχαλολιάκο, Κασιδιάρη, Λαγό, αυτούς τους κυρίους έχουν και τους έχουν κάνει θεούς. Ούτε φραντζόλα ψωμί δεν παίρνουν.».
Ο μάρτυρας αναφέρθηκε και σε άλλα παρόμοια περιστατικά, όπως η επίθεση στους Αιγύπτιους αλιεργάτες κ.λπ. Ο μάρτυρας θεωρεί ότι οι επιθέσεις αυτές οφείλονται στη ναζιστική ιδεολογία των χρυσαυγιτών. Αναφορικά με τον Παύλο Φύσσα, ανέφερε ότι ήταν φίλος του γιού του και ότι ήταν συντετριμμένος όταν πληροφορήθηκε τον θάνατό του. Απαντώντας σε ερώτημα του αναπληρωτή Εισαγγελέα, ο μάρτυρας ανέφερε ότι και στα περιστατικά αυτά οι επιτιθέμενοι χτυπούν και αμέσως μετά φεύγουν και την άλλη μέρα διαψεύδουν το συμβάν, για να καλυφθούν. Στην περίπτωση της δολοφονίας του Π. Φύσσα, είχαν πει ότι ο Ρουπακιάς δεν είναι μέλος της Χ.Α., ενώ ήταν ο δεύτερος του πυρήνα και δη ο ταμίας.
Ερωτηθείς από την Εισαγγελέα, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι οι επιτιθέμενοι πριν την επίθεση τους είχαν αντιληφθεί και τους παρακολουθούσαν, κινητοποιώντας και τον μηχανισμό που διέθεταν.
Β. Εξέταση του μάρτυρα και πολιτικώς ενάγοντα Ιορδάνη Πουντίδη από τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε κατά σειρά από τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής Θεοδωρόπουλο, Βρεττό, Αντανασιώτη, Ζαφειρίου, Τζέλη, Παπαδοπούλου (Χ.), Τομπατζόγλου, Καμπαγιάννη, Ζώτο και Παπαδάκη.
Ο μάρτυρας εξήγησε ότι η Ν/Ζώνη έχει γενικότερο –και όχι μόνο τοπικό– ενδιαφέρον για πολλούς λόγους. Διευκρίνισε ότι η αντιπαράθεση με τους εργοδότες στη Ν/Ζώνη έγκειται στην τήρηση μέτρων ασφαλείας και στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Ο μάρτυρας θεωρεί ότι οι δηλώσεις που γίνονται από την ηγεσία της Χ.Α. στα μέλη του σκληρού πυρήνα της κατανοούνται με διαφορετικό τρόπο από τους απλούς ψηφοφόρους.
Μεταξύ άλλων δε, ο μάρτυρας επανέλαβε ότι η επίθεση δεν οφειλόταν σε τυχαία συνάντηση αλλά σε «στημένη ενέδρα». Ως προς τη δολοφονία του Π. Φύσσα, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι «ήταν στοχοποιημένος. Τον είχαν σε μια διαβάθμιση στις προτεραιότητές τους. […] [Κ]ινητοποιήθηκε ο μηχανισμός και έκλεισε ο λογαριασμός.».
Ως προς τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν, ο μάρτυρας διευκρίνισε ότι απαιτούσαν (ενδεχομένως πολυήμερη) εργασία για να δημιουργηθούν και ότι οι επιτιθέμενοι τα είχαν πριν από την επίθεση.
Σε ερώτηση της συνηγόρου Τομπατζόγλου ως προς το αν υπάρχει διαφορά στη συμπεριφορά των μελών της Χ.Α. από τη δολοφονία του Π. Φύσσα και μετά, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ναι, «Λένε ότι δεν είναι εθνικοσοσιαλιστές αλλά εθνικιστές. Αρνούνται τις δολοφονικές επιθέσεις. Τότε καμάρωναν, είχαν την ασυλία και το ακαταλόγιστο και θεωρούσαν ότι κερδίζουν επιρροή. Τώρα καλύπτονται.».
Κατόπιν ερωτήματος του συνηγόρου Καμπαγιάννη, ο μάρτυρας εξήγησε ότι τα ίδια άτομα είναι μέλη των τοπικών πυρήνων του κόμματος της Χ.Α. και των ταγμάτων εφόδου της.
Γ. Εξέταση του μάρτυρα και πολιτικώς ενάγοντα Ιορδάνη Πουντίδη από τους συνηγόρους υπεράσπισης
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης Αλυγιζάκη. Επί των ερωτήσεών του ο μάρτυρας κατέθεσε ότι απ’ ό,τι έχει πληροφορηθεί από συναδέλφους του οι Χατζηδάκης και Αντωνακόπουλος έχουν συμμετάσχει και σε άλλες αντίστοιχες δράσεις. Τέλος εξήγησε ότι η φράση «το Πέραμα από εδώ», που είπε ο Χατζηδάκης, ήταν το σύνθημα για να αποχωρήσουν οι επιτιθέμενοι.
Σε αυτό το σημείο η διαδικασία διακόπηκε για την Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017 (οπότε αναμένεται να συνεχιστεί η εξέταση του μάρτυρα και πολιτικώς ενάγοντα Ι. Πουντίδη από τους συνηγόρους υπεράσπισης).