Πηγή: net.xekinima.org
Εισηγητική ομιλία της Ελευθερίας Κουμάντου, δημοσιογράφου στον «Αθήνα 9,84» και μέλους του Golden Dawn Watch, από την εκδήλωση που οργάνωσε ο Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας-Πειραιά για τα 5 χρόνια από τη δολοφονία του Π. Φύσσα.
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα διαπράχθηκε στην αλλαγή της μέρας 17 Σεπτεμβρίου προς 18 Σεπτεμβρίου. Μια μέρα που οι δημοσιογράφοι είχαμε 24ωρη απεργία. Για το λόγο αυτό, η πρώτες πληροφορίες είδαν το φως της δημοσιότητας λίγο μετά τις 6 το πρωί. Όλοι θυμόμαστε τον τίτλο «τον σκότωσε για το ποδόσφαιρο». Αυτή ήταν η πρώτη πληροφορία που έδωσε στους αστυνομικούς συντάκτες το γραφείο τύπου της αστυνομίας. Όταν στο σημείο έσπευσαν οι συνάδελφοι και μίλησαν με τον πατέρα του Παύλου, κατάλαβαν τι έγινε… και βέβαια όλη η είδηση άλλαξε.
***
Υπάρχει προβληματική με τις καταθέσεις των αστυνομικών που έσπευσαν στο σημείο το βράδυ της δολοφονίας. Το μόνο σίγουρο όπως αποδείχθηκε και από την μελέτη που κατέθεσε στο δικαστήριο ερευνητικό κέντρο του Εξωτερικού, είναι ότι οι αστυνομικοί δεν έπραξαν αυτό που θα περίμενε όποιος κάλεσε την αστυνομία εκείνο το βράδυ. Να παρέμβουν, να αντιδράσουν ή και να προλάβουν ακόμη.
Ότι συνέβη στο Κερατσίνι μεταξύ της παρέας του Π. Φύσσα και των Χρυσαυγιτών διήρκησε ελάχιστα λεπτά, και σε αυτό επικεντρώθηκαν οι ερωτήσεις των δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής προς τους αστυνομικούς στο δικαστήριο. Στην ώρα εκπομπής του σήματος από το Κέντρο και στο χρόνο άφιξης τους στο σημείο.
Οι καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, σε αντίθεση με όσα έχουν οι ίδιοι οι αστυνομικοί καταθέσει, τους τοποθετούν χρονικά νωρίτερα στην Κεφαλληνίας και μάλιστα τους θέλουν να είναι παρόντες από την αρχή στην επίθεση στον Παύλο Φύσσα και τους φίλους του. Μάλιστα ένας εκ των μαρτύρων , ο εξωτερικός φρουρός των φυλακών Κορυδαλλού, Δημήτρης Χατζησταμάτης, που το βράδυ της δολοφονίας, εμφανίζεται να έχει παίξει το ρόλο του «μεσολαβητή» μεταξύ της ομάδας των Χρυσαυγιτών και της παρέας του Παύλου, μετά από διευκρινιστική ερώτηση του Αναπληρωτή εισαγγελέα, κατέθεσε με κατηγορηματικό τρόπο, ότι «το μαχαίρωμα έγινε υπό την εποπτεία των αστυνομικών».
Σύμφωνα με τις απομαγνητοφωνήσεις του Κέντρου της ομάδας ΔΙΑΣ, το σήμα που έκανε λόγω για 50 άτομα που κατευθύνονται στην καφετέρια Κοράλλι με ρόπαλα, έχει σταλεί στις ομάδες ΔΙΑΣ στις 23.55.
Τα ερωτήματα σχετικά με τη στάση των αστυνομικών αρχίζουν να διατυπώνονται όταν όλοι τους είτε στις προανακριτικές καταθέσεις τους, είτε στις ανακριτικές, είτε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών μιλούν για ώρα λήψης του σήματος στις 23.59.
Όπως κατέθεσε στο ακροατήριο, η αστυνομικός Αγγελική Λεγάτου, η βραβευμένη τις επόμενες μέρες από τη δολοφονία, συναντήθηκαν όλοι μαζί (των ομάδων ΔΙΑΣ) και συζήτησαν την ώρα που θα αναφέρουν στα ημερήσια δελτία τα οποία συντάσσουν οι αστυνομικοί.
***
Έως τώρα οι αστυνομικοί (ΔΙΑΣ) που έσπευσαν στο σημείο, 8 τον αριθμό, δυο ομάδες των 4 ατόμων, έχουν καταθέσει ότι την ώρα που έφτασαν ένα άτομο (ο Χατζησταμάτης), τους πλησίασε και τους είπε ότι «τσακώθηκαν Χρυσαυγίτες με άτομα του «γνωστού χώρου», και ότι πλέον ο καυγάς είχε «λήξει». Ο επικεφαλής τους, αστυνομικός Τσολακίδης, ασχολήθηκε με το να σημειώσει τα στοιχεία του συγκεκριμένου ατόμου. Σύμφωνα με τις ίδιες καταθέσεις, οι αστυνομικοί άρχισαν να τρέχουν πίσω από τους περίπου 30 (ο αριθμός τους κυμαίνεται από 30-50) Χρυσαυγίτες, κάποιοι πέταξαν τα κράνη τους (μόνο η Λεγάτου το έχει καταθέσει αυτό και ίσως έχει τη σημασία του, σε σχέση με το τι φαίνεται σε βίντεο από κάμερα ασφαλείας) και όταν έφταναν στην Τσαλδάρη, είδαν δυο άντρες να «συμπλέκονται» μεταξύ τους. Και μετά τον έναν (Ρουπακιά) να αποχωρεί και να μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο που ήταν λοξά αντίθετα στο ρεύμα κυκλοφορίας, παρκαρισμένο επί της Τσαλδάρη.
Το μαχαίρωμα δεν το είδε κανείς, όπως λένε, και συνέλαβαν τον Ρουπακιά μετά την υπόδειξη των φίλων του Φύσσα, και τις φωνές του ίδιου «αυτός ο καριόλης με μαχαίρωσε».
Στο κυνηγητό που περιγράφουν οι αστυνομικοί, δεν συμμετείχαν και οι 8 παρόντες καθώς ένας (Κολιούσης) έμεινε πίσω να προσέχει τις μηχανές και άλλος ένας (Μπάγιος) έμεινε επίσης πίσω για να μην αφήσει μόνο του τον συνοδό του (Μπιάγκη) που εκείνο το βράδυ έφερε βαρύ οπλισμό, καθώς φοβήθηκαν μην τους τον αποσπάσουν οι Χρυσαυγίτες. Επίσης, άλλος ένας (Τζουβάρας) δεν φαίνεται πουθενά.
Σύμφωνα με βίντεο από κάμερες ασφαλείας που περιέχονται στην ογκώδη δικογραφία, και χρησιμοποιήθηκαν και για τη μελέτη που παρουσιάστηκε στο δικαστήριο, φαίνονται οι μηχανές ΔΙΑΣ να κάνουν επί της ουσίας τον κύκλο του τετραγώνου και όχι να σταθμεύουν άμεσα στο Κοράλλι όπως έχουν καταθέσει, με αποτέλεσμα να μην επέμβουν στην συγκρότηση του τάγματος εφόδου που έστριψε στην Κεφαλληνίας. Επίσης, όλοι έχουν καταθέσει ότι τρέχουν πίσω από τους Χρυσαυγίτες αλλά από απόσταση γιατί φοβήθηκαν, ήταν 8 αντιμέτωποι με 50 άτομα, ενώ ο Χατζησταμάτης κατέθεσε ότι πήραν τις μηχανές τους για να πάνε στην Τσαλδάρη.
***
Οι φίλοι του Π. Φύσσα, Μελαχρινόπουλος και Κοντονικόλας, που το βράδυ της δολοφονίας δέχθηκαν και αυτοί επίθεση από τους Χρυσαυγίτες, έχουν καταθέσει ότι δεν υπήρξε καμία συμπλοκή μεταξύ του Φύσσα και του Ρουπακιά και ότι 4-5 άτομα, Χρυσαυγίτες από αυτούς που τους έβριζαν και τους κυνηγούσαν από την Κεφαλληνίας χτυπούσαν τον Παύλο, ενώ κρατούσαν τους ίδιους καθηλωμένους στο έδαφος, αφού πρώτα τους είχαν χτυπήσει.
Όταν οι Χρυσαυγίτες είδαν τον Ρουπακιά να κατεβαίνει από το αυτοκίνητο άνοιξαν τον κλοιό, του έκαναν χώρο, όπως κατέθεσαν χαρακτηριστικά, και περίμεναν να κάνει τα ελάχιστα βήματα που τον χώριζαν από τον Παύλο και να τον μαχαιρώσει. Μάλιστα ο Κοντονικόλας, είπε ότι όταν δεχόταν την επίθεση, αστυνομικοί ήταν στο διάζωμα της νησίδας της Τσαλδάρη, και όταν ο Ρουπακιάς μαχαίρωσε τον Φύσσα ήταν ακριβώς πριν το πεζοδρόμιο.
Αντίστοιχη εικόνα έχουν περιγράψει και οι δυο νεαρές φοιτήτριες, αυτόπτες μάρτυρες που τυχαία βρέθηκαν στο σημείο, οι Ζώρζου και Καραγιαννίδου, οι οποίες έχουν κάνει λόγο και για «κύματα» επιθέσεων των Χρυσαυγιτών προς τον Παύλο Φύσσα.
Παράλληλα, όλοι οι μάρτυρες έχουν καταθέσει ότι μετά τη δολοφονία του Παύλου, οι Χρυσαυγίτες αρχίζουν και φεύγουν προς την Κεφαλληνίας που έχουν αφήσει τις μηχανές τους, και αν δεχθούμε ότι ισχύει η αφήγηση των αστυνομικών περνούν δίπλα από τους αστυνομικούς που έχουν μείνει πίσω…όμως κανείς δεν συλλαμβάνει κανέναν.
***
Ο μόνος που συλλαμβάνεται είναι ο Ρουπακιάς. Οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ, καταθέτουν ότι αυτοί το έκαναν. Πολύ πιθανόν ο Ρουπακιάς να είχε καταφέρει να διαφύγει αν το περιπολικό που έσπευσε προς ενίσχυση των ΔΙΑΣ δεν είχε παρκάρει με τέτοιο τρόπο ώστε να εμποδίζει το αυτοκίνητο του Ρουπακιά.
Οι δυο αστυνομικοί του περιπολικού Κουρεντζής και Ντάφος, κατέθεσαν ότι οι ίδιοι έβγαλαν τον ήρεμο Ρουπακιά, όπως τον περιέγραψαν, από το αυτοκίνητό του, και του πέρασαν χειροπέδες. Επίσης, οι ίδιοι περισυνέλεξαν το μαχαίρι της δολοφονίας.
Εντός του περιπολικού, ο Ρουπακιάς, λέει στους αστυνομικούς «είμαι δικός σας». Σε ερώτηση του Κουρεντζή τι εννοούσε με αυτή τη φράση, ο Ρουπακιάς είπε ότι είναι της Χρυσής Αυγής. Με τη φράση αυτή αποδεικνύεται η άνεση που αισθανόταν με την αστυνομία, την οποία φάνηκε να απολαμβάνει και εντός του αστυνομικού τμήματος, καθώς όπως κατέθεσαν οι συλληφθέντες φίλοι του Φύσσα, ήταν στον ίδιο χώρο μαζί τους, άνετος, με το κινητό του, τους είπε ότι τον συνέλαβαν τυχαία στο δρόμο και μάλιστα αστειεύτηκε μαζί τους λέγοντάς τους πως επειδή φοράει και αυτός αρβύλες να μην τον περάσουν για Χρυσαυγίτη. Όταν έμαθαν ότι ο Παύλος Φύσσας δεν ζούσε πια, ζήτησε μόνος του να φύγει από το χώρο και όπως ο ίδιος έχει καταθέσει στην προδικασία, ανέβηκε μόνος του στον 3ο όροφο του τμήματος, χωρίς να τον συνοδεύει κανείς αστυνομικός, παρά το γεγονός ότι το πλήρωμα του περιπολικού τον είχε παραδώσει στο ΑΤ Κερατσινίου ως τον δράστη της δολοφονίας του Φύσσα, που μάλιστα το είχε ομολογήσει στους αστυνομικούς της Αμέσου Δράσης. Εντύπωση προκαλεί ότι αρχικώς οι Κουρεντζής και Ντάφος δεν κλήθηκαν για κατάθεση καθώς από την ΕΛ.ΑΣ είχε σταλεί στην ΣΤ΄ ανακρίτρια Πειραιά έγγραφο με διφορούμενη ερμηνεία σχετικά με την υπηρεσία τους. Ο Κουρεντζής, στην κατάθεση του στο ακροατήριο ζήτησε την προστασία του δικαστηρίου καθώς ο ίδιος και η οικογένειά του έχουν δεχθεί απειλές.
***
Ποιοι άλλοι συνελήφθησαν το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα; Οι μόνοι που συνελήφθησαν λοιπόν εκείνο το βράδυ, εκτός του Ρουπακιά, ήταν οι φίλοι του Παύλου Φύσσα, που έτρεξαν να ξεφύγουν από τους Χρυσαυγίτες και βρήκαν καταφύγιο σε μια πυλωτή. Μάλιστα όπως κατέθεσε ο Ν. Χατζηευστρατίου, ένας εκ των φίλων του Παύλου, αυτός ήταν που κάλεσε την αστυνομία ότι τους κυνηγούν Χρυσαυγίτες. Όταν έφτασε το περιπολικό, τους πέρασε χειροπέδες και τους οδήγησε στο ΑΤ Κερατσινίου.
Ενδεικτική των προβληματικών καταθέσεων των αστυνομικών, είναι η αλλαγή της στάσης της προέδρου του Δικαστηρίου Μαρίας Λεπενιώτου. Στην αρχή της διαδικασίας, όταν οι συνήγοροι της Πολιτικής Αγωγής, έθεταν ερωτήματα σχετικά με τις κινήσεις των αστυνομικών έλεγε ότι «εδώ δεν δικάζονται οι αστυνομικοί». Στην πορεία όμως, όσο προχωρούσαν οι καταθέσεις, η ίδια άρχισε και συνεχίζει να θέτει ερωτήματα όπως «και εσείς γιατί δεν αντιδράσατε», «οι πολίτες δεν μπορούν δηλαδή να αισθάνονται ασφάλεια όταν είστε παρόντες», «είναι δυνατόν να μην επέμβετε». Μάλιστα, ορισμένες από τις ερωτήσεις διατυπώθηκαν με τέτοιο τρόπο και πολύ αυστηρό ύφος προκαλώντας τόση πίεση στους μάρτυρες αστυνομικούς, ένας εκ των οποίων, ο Δ. Μπάγιος, λιποθύμησε κατά τη διάρκεια της εξέτασής του.
***
Την άνοιξη που μας πέρασε με προσκάλεσαν σε μια εκδήλωση για να μιλήσω σχετικά με δυο βιβλία.
Το ένα ήταν το βιβλίο «Δεν θέλαμε να ξέρουμε» που είναι η βιογραφία της γραμματέως του Γκέμπελς, η οποία μπήκε στο κόμμα για να βρει δουλειά και μετά έφτασε έως και την γραμματεία του πρωτοκλασάτου Ναζί, η οποία σε όλο το βιβλίο υποστηρίζει ότι δεν ήξεραν για το ολοκαύτωμα, γενικώς τις διώξεις αλλά και πως ότι έφτανε στα αυτιά τους, δεν ήθελαν να το ξέρουν … το έδιωχναν. Το άλλο ήταν του δημοσιογράφου Χοακιμ Φεστ που πέρασε την παιδική του ηλικία στη ναζιστική Γερμανία ως γιος ενός αρνητή του ναζισμού. Είναι το χρονικό μιας οικογένειας που δεν συνεργάστηκε με το ναζιστικό καθεστώς, που μάτωσε για να διαφυλάξει τις αρχές και τις αξίες της συγκρουόμενη με τη βαρβαρότητα.
Με αφορμή λοιπόν τα δυο εξαιρετικά βιβλία και τις διαφορετικές ιστορίες τους, σκέφτηκα να δω αν υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Και εντός του δικαστηρίου έχουμε ακούσει επίσης διαφορετικές αφηγήσεις. Ανθρώπων που επέλεξαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και με την στάση τους είναι δεδομένο ότι συμμετέχουν στην διαμόρφωση της ιστορίας.
Και ανθρώπων που επέλεξαν να παραμείνουν στο περιθώριο υποτιμώντας ακόμη και την δική τους υπόσταση, προκειμένου να … μην μπλέξουν.
***
Έχω λοιπόν επιλέξει αποσπάσματα από τις καταθέσεις μαρτύρων που νομίζω είναι χαρακτηριστικές.
Δεν θα μπορούσα να αρχίσω χωρίς να αναφερθώ στον ίδιο τον Π. Φύσσα.
Ο Παύλος Φύσσας, επέλεξε να μείνει πίσω, να διώξει τους φίλους του και να αντιμετωπίσει μόνος του τους Χρυσαυγίτες που του επιτέθηκαν σε δυο κύματα. Προφανώς γνωρίζοντας ότι μπλέκει σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, της οποίας την εξέλιξη δεν περίμενε.
Ακόμη και όταν τον μαχαίρωσε ο Γιώργος Ρουπακιάς, αυτός ήταν που υπέδειξε στους αστυνομικούς τον δολοφόνο του.
Η επιλογή του αυτή σε πρώτη φάση είχε αποτέλεσμα να σώσει τους φίλους του. Κάτι που το είπε ο φίλος του Γιώργος Δούλβαρης στην κατάθεσή του : «Αν σήμερα είμαι εδώ και καταθέτω, το οφείλω στον Παύλο».
Ο θάνατός του ήταν η αφορμή για να ασχοληθούν οι αρχές με την Χρυσή Αυγή και να ξετυλιχτεί το κουβάρι της εγκληματικής οργάνωσης, να ασκηθούν οι διώξεις και να φτάσουμε στη δίκη της ΧΑ.
Θα σας πάω τώρα στις καταθέσεις δυο αυτοπτών μαρτύρων της δολοφονίας του Π. Φύσσα. Των δυο φοιτητριών, Δήμητρας Ζώρζου και Παρασκευής Καραγιαννίδου.
Τα δυο κορίτσια βρέθηκαν τυχαία να συζητούν σε ένα παγκάκι μόλις 15 μέτρα από το σημείο της δολοφονίας του Π. Φύσσα, την ώρα της δολοφονίας. Είδαν όλη την επίθεση και τη δολοφονία να συμβαίνει μπροστά τους. Η προσωπική τους επιλογή λοιπόν ήταν να πάνε μόνες τους στον αστυνομικό και να δηλώσουν ότι ήταν αυτόπτες μάρτυρες. Να πάνε στο αστυνομικό τμήμα και να επιμείνουν να καταθέσουν όσα είδαν. Και στη συνέχεια επέλεξαν να φτάσουν έως το τέλος και με το ονοματεπώνυμό τους ήρθαν και κατέθεσαν στο δικαστήριο. Κατέθεσαν ότι ο Παύλος δέχθηκε επίθεση από δυο πολυπληθείς ομάδες χρυσαυγιτών , οι οποίες έκαναν χώρο στον Ρουπακιά ο οποίος κατέβηκε ψύχραιμος και μαχαίρωσε τον Φύσσα. Η μια εκ των δυο, η Ζώρζου κλήθηκε από την πρόεδρο του δικαστηρίου να γυρίσει, να δει τους κατηγορούμενους και να καταθέσει αν αναγνωρίζει κάποιον. Η Ζώρζου αναγνώρισε τον σωματότυπο του ενός (του Καζαντζόγλου, που ήταν συνοδηγός του Ρουπακιά), ο οποίος την απείλησε λέγοντάς της «πάμε έξω να σου πω τι θυμάσαι από εκείνο το βράδυ».
Σε συνέντευξη που μας παραχώρησε στον 9,84, τέσσερα χρόνια μετά, μας είπε ότι ακόμη σκέφτεται αν θα μπορούσε να κάνει κάτι για να βοηθήσει τον Παύλο εκείνο το βράδυ, αλλά κυρίως ότι και πάλι αν χρειαζόταν την ίδια στάση θα κρατούσε.
Ίδιο θάρρος επέδειξε και ο αδελφός του θύματος της επίθεσης στους αλιεργάτες. Ο αδελφός του Αμπουζίντ Εμπάρακ, που ήταν το κύριο θύμα της επίθεσης των χρυσαυγιτών κατά των αλιεργατών, γύρισε και υπέδειξε εντός του δικαστηρίου τα μέλη της ΧΑ που συμμετείχαν στην εισβολή στο σπίτι τους και τους επιτέθηκαν .
***
Πάμε τώρα στην άλλη πλευρά.
Η Χρυσούλα Ρουπακιά, αδελφή του Γιώργου Ρουπακιά, υποστήριξε ότι ο αδελφός της της είπε ότι ο Παύλος του επιτέθηκε και εκείνος αμυνόμενος τράβηξε ένα μικρό μαχαιράκι που βρήκε στο αυτοκίνητο και του έκανε 2 γρατζουνιές στην κοιλιά.
Έτσι μου είπε ο δικηγόρος, έτσι λέω. Είπε χαρακτηριστικά.
Η Χρυσούλα Ρουπακιά αδυνατούσε να απαντήσει στα επίμονα «γιατί» της προέδρου όταν κατέθετε, είπε ότι δεν ρώτησε πολλά τον αδερφό της και πως απέφευγε να τον δει, παραδέχθηκε ότι δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει περισσότερα.
Η Χρυσούλα Ρουπακιά, παραδέχθηκε επίσης ότι είχε συμμετοχή σε διάφορες εκδηλώσεις της ΧΑ στον Μελιγαλά και στις Θερμοπύλες.
Όμως, παρότι ήταν παρούσα στα γεγονότα του Μελιγαλά, είπε πως δεν αντιλήφθηκε τα επεισόδια, όπως και όταν ήταν στη συγκέντρωση της Χρυσής Αυγής στις Θερμοπύλες το 2012 δεν άκουσε την περίφημη φράση του Ν. Μιχαλολιάκου «οι ξιφολόγχες να ακονίζονται στα πεζοδρόμια», όπου αναφερόταν στην εγκληματική δράση των χρυσαυγίτικων ταγμάτων εφόδου.
Είπε άλλωστε στο δικαστήριο πως δεν ξέρει τι σημαίνει ο ναζιστικός χαιρετισμός με το χέρι ψηλά, δεν ξέρει τι είναι η σβάστικα ούτε η σημαία με τα δύο S που εμφανίζονταν στις φωτογραφίες των χρυσαυγιτών ή τα περιβραχιόνια που φορούσαν.
«Ξέρετε πώς χαιρετούσε ο Χίτλερ;» τη ρώτησε η πολιτική αγωγή. «Όχι. Δεν μου άρεσε η Ιστορία, είχα 9» απάντησε.
***
Ιδιαίτερη κατηγορία σε αυτή τη δίκη και κυρίως στην υπόθεση του Π. Φύσσα είναι οι αστυνομικοί που εργάζονταν εκείνο το βράδυ. Αναλυτικά σας είπα αρκετά νωρίτερα. Όμως δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον οδηγό του περιπολικού που συνόδευσε το ασθενοφόρο με τον Π. Φύσσα στο νοσοκομείο, τον Διαμαντή Βίντση.
Σας διαβάζω αυτούσια την κατάθεσή του και τις ερωταπαντήσεις με την πρόεδρο του δικαστηρίου.
«πήγαμε στο σημείο για να επιληφθούμε για επεισόδιο φιλάθλων»
Πρόεδρος: Εσείς όταν πήγατε στο σημείο είδατε επεισόδια;
Βίντσης: Όχι
Πρόεδρος: Είχε φιλάθλους στο σημείο;
Βίντσης: Όχι είχε πολλούς ανθρώπους
Πρόεδρος: Δεν ρωτήσατε να μάθετε τι έγινε;
Βίντσης: Όχι
Πρόεδρος: Σας έστειλαν κάπου για επεισόδια και δεν ρωτήσατε τι γίνεται;
Βίντσης: Όχι, εγώ είμαι οδηγός περιπολικού, δεν εμπλέκομαι σε αυτά, είμαι ταξιτζής…
Πρόεδρος: Είστε αστυνομικός όμως, ταξιτζή λέτε τον εαυτό σας;
Βίντσης: Ο οδηγός είναι οδηγός, δεν κάνει τίποτα. Φυλάει την περιουσία του δημοσίου.
Στην συνέχεια της κατάθεσής του, υπέπεσε σε πολλές αντιφάσεις σε σχέση με την αρχική του κατάθεση. Η εισαγγελέας του είπε πως με αυτή του την κατάθεση είναι ύποπτος για ψευδορκία. Η κατάθεσή του, προκάλεσε τους ψιθύρους ακόμη και από τους αστυνομικούς που βρίσκονταν στην αίθουσα ως μέτρα τάξης.
***
Στον αντίποδα βεβαίως είναι ο Κουρετζής ο οδηγός του περιπολικού που σας προανέφερα.
Άλλη κατηγορία, είναι τα πρώην στελέχη της Χρυσής Αυγής, που επώνυμα ή υπό το καθεστώς του προστατευόμενου μάρτυρα, αποφάσισαν να καταθέσουν ότι γνωρίζουν για την οργάνωση, την ιεραρχία και δράση της Χρυσής Αυγής.
Ο Ηλίας Σταύρου και ο Γιώργος Παπαγεωργίου, πρώην στελέχη της ΧΑ, ήρθαν στο δικαστήριο και κατέθεσαν επώνυμα την προσωπική τους εμπειρία. Μίλησαν για την ιδεολογία, την κατήχηση, την ιεραρχία και την βία. Κατέθεσαν δηλαδή γεγονότα που στοιχειοθετούν σύμφωνα με την πολιτική Αγωγή την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης.
Οι προστατευόμενοι μάρτυρες, επίσης κατέθεσαν την προσωπική τους εμπειρία.
Όλοι αντιμετώπισαν τον ειρωνεία των δικηγόρων της ΧΑ, οι προστατευόμενοι δε ακόμη και έμμεσες απειλές.
***
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή μου, θα ήθελα να μιλήσω για την ευθύνη των δημοσιογράφων. Την μεγάλη ευθύνη των δημοσιογράφων. Όχι μόνο για τη δίκη την οποία δεν καλύπτουν επαρκώς τα ΜΜΕ παρά μόνο όταν υπάρχουν επεισόδια. Ελάχιστες φορές για την ουσία της υπόθεσης και τα όσα εξαιρετικά σημαντικά αποκαλύπτονται στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Αλλά και πριν τη δολοφονία του Φύσσα, οι δημοσιογράφοι, έκαναν ρεπορτάζ για «αγανακτισμένους κατοίκους» στον Άγιο Παντελεήμονα, όχι για Χρυσαυγίτες. Αντιμετώπισαν την ΧΑ με όρους life style.
Τα μπάνια του Κασιδιάρη, τη χορευτική δεινότητά του, τον γάμο του Παναγιώταρου. Τη μουσική του Καιάδα, τα ρούχα της Ουρανίας.
Αισθανόμενοι όμως την ευθύνη απέναντι στους εαυτούς μας αλλά και την Ιστορία, όσο πομπώδες και αν ακούγεται αυτό, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το Παρατηρητήριο για τον Φασιστικό και ρατσιστικό λόγο στα Μέσα Ενημέρωσης, Το Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών και ο Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας Πειραιά, λίγο πριν την έναρξη της δίκης αποφασίσαμε τη σύσταση του Golden Dawn Watch, του Παρατηρητηρίου της δίκης.
Έτσι λοιπόν όποιος δεν μπορεί να βρει τι γίνεται με την δίκη στα ΜΜΕ, μπορεί να παρακολουθεί την real time ενημέρωση που παρέχουμε στους λογαριασμούς μας στα social media.
Πρόκειται για τη μόνη πληροφορία που θα μπορεί να βρει ο ερευνητής ή ο μελετητής του μέλλοντος, τις αναφορές μας που υπάρχουν στην ιστοσελίδα μας στα ελληνικά και αγγλικά, από την πρώτη μέρα της δίκης έως σήμερα. Πληροφορία που θα βρείτε επίσης και στην πλατφόρμα ενημέρωσης omnia tv .