Εφετείο | Ημέρα 123: «Μετά την άσκηση των διώξεων, δραστική μείωση στα περιστατικά οργανωμένης ρατσιστικής βίας»

123η συνεδρίαση, Αίθουσα Τελετών Εφετείου Αθηνών, 14/11/2024

Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο

Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης και παρακολούθησης της δίκης, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας, μέχρι τη συμπλήρωση των θέσεων του κοινού στην αίθουσα του ακροατηρίου.

ΙΙ. Παρουσία κατηγορουμένων

Παρών ήταν ο κατηγορούμενος Ι.Λαγός.

ΙΙΙ. Εξέταση μαρτύρων κατηγορίας

Συνέχισε και ολοκλήρωσε την κατάθεση της η προστατευόμενη μάρτυρας με την κωδική ονομασία “Ε”. Η μάρτυρας εξετάστηκε από τον κατηγορούμενο Ι.Λαγό. Ο κατηγορούμενος αμφισβήτησε την επίθεση με γκαζάκια στην οικία της μάρτυρα προσκομίζοντας την προκήρυξη ανάληψης ευθύνης της επίθεσης. Η μάρτυρας αντέτεινε ότι γίνεται αναφορά στο πρόσωπο της ως κατοίκου της περιοχής και επισήμανε ότι λόγω φόβου δεν προέβη σε καταγγελία.

Στη συνέχεια, εξετάστηκε και ολοκλήρωσε την κατάθεση του ο προστατευόμενος μάρτυρας με την κωδική ονομασία “Δ”. Ο μάρτυρας απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις της συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορούμενου Ε.Μπούκουρα, κατέθεσε ότι ζούσε στην Κόρινθο από το 2011 έως τις δεύτερες εκλογές του 2012 και αργότερα στην Αθήνα και κατέβαιναν στην Κόρινθο με τον Ε.Μπούκουρα προκειμένου να συνδράμει στον προεκλογικό αγώνα της Χρυσής Αυγής στην περιοχή. Ο μάρτυρας δήλωσε ότι μολονότι τα εγκαίνια των γραφείων της τοπικής οργάνωσης στη Νεμέα έγιναν το 2011, παρουσία του Ν.Μιχαλολιάκου, τα γραφεία λειτουργούσαν μήνες πριν. Ανέφερε ότι πριν τη γνωριμία του με τον Ε.Μπούκουρα δεν είχε καμία επαφή με τη Χ.Α. ενώ σε επισήμανση της συνηγόρου ότι ο κατηγορούμενος ήταν “αλεξιπτωτιστής” και προερχόμενος από άλλο πολιτικό χώρο, απάντησε ότι τα παλιά στελέχη της οργάνωσης ήταν στοχοποιημένα και περιθωριοποιημένα. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι μετά την έλευση του Ε.Μπούκουρα άλλαξαν και έγιναν εθνικοσοσιαλιστές και αναφέρθηκε σε βιβλία ναζιστικού περιεχομένου που είχε φέρει ο κατηγορούμενος και είχε δει στα γραφεία της τοπικής οργάνωσης της Νεμέας. Δήλωσε ότι δεν είχε ακούσει – ως τότε -για εγκληματικές ενέργειες της Χ.Α., ενώ θεωρούσε ότι ήταν ένα δεξιό κόμμα. Περιέγραψε δύο περιστατικά έκνομων ενεργειών: το ένα αφορούσε στο λιμάνι της Κορίνθου όπου μετανάστες έπεσαν στη θάλασσα στη θέα των χρυσαυγιτών και το δεύτερο,σε συγκέντρωση που είχε γίνει σε στρατόπεδο κράτησης μεταναστών. Αναφέρθηκε στη συμμετοχή του σε μία εκπαίδευση – από τις τρεις που έγιναν- και η οποία περιελάμβανε τρέξιμο και πολεμικές τέχνες με τη συμμετοχή μάλιστα εκπαιδευτή από την Αθήνα που είχε φέρει ο Ε.Μπούκουρας. Κατέθεσε ότι δύο από τους στενούς συνεργάτες του Ε.Μπούκουρα συνελήφθησαν για κατοχή όπλων. Αναφορά έγινε επίσης και στο ζήτημα της προστασίας σε μαγαζιά για το οποίο πάντως η συνήγορος επισήμανε ότι δεν υπάρχει σχετική καταγγελία. Ο μάρτυρας αποκάλεσε επικίνδυνο τον κατηγορούμενο, λόγω της σύλληψης των στενών συνεργατών του με οπλισμό, ενώ δήλωσε ότι “όποιος ήθελε να αποχωρήσει ήταν εχθρός του”.

Στη συνέχεια, κατέθεσε η μάρτυρας Ε.Τάκου. Η μάρτυρας ανέφερε ότι από το 2011 έως το 2013 εργαζόταν στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, μία συλλογικότητα που ιδρύθηκε από διάφορους φορείς προκειμένου να καταγράφονται τα περιστατικά ρατσιστικού χαρακτήρα σε μία περίοδο αύξησής τους. Περιέγραψε τον τρόπο καταγραφής, κάνοντας λόγο για ένα έντυπο στο οποίο καταγράφονταν ανώνυμα τα περιστατικά όπως τα εξιστορούσαν τα θύματα των επιθέσεων και συγκεκριμένα κατέγραφαν την τοποθεσία, τον τρόπο στοχοποίησης, το είδος των βλαβών που υφίσταντο τα θύματα. Στο πεδίο, έφταναν τα θύματα κυρίως γι άλλες υπηρεσίες, όπως για παράδειγμα στα πολυϊατρεία των Γιατρών του Κόσμου, γι αυτό και τα στοιχεία των θυμάτων υπάρχουν σε κάθε φορέα που τα έχει καταγράψει. Η μάρτυρας τόνισε ότι το ρατσιστικό έγκλημα δεν αρχίζει και τελειώνει με τη δράση της Χρυσής Αυγής, όμως στις οργανωμένες επιθέσεις τα θύματα είχαν την πεποίθηση ότι ήταν μέλη της οργάνωσης είτε επειδή το ανέφεραν οι δράστες είτε επειδή τους γνώριζαν τα θύματα. Επισήμανε ότι κάποιες από τις καταγραφές οδηγήθηκαν στα δικαστήρια και ανέφερε την περίπτωση του Σ Λουκμάν, περιστατικό που είχε καταγράψει η μάρτυρας με έναν συγγενή του αποβιώσαντος θύματος. Ανέφερε το περιστατικό επίθεσης σε άτομο πακιστανικής καταγωγής που είχε κουρείο στην Μεταμόρφωση το 2012 αλλά και δύο επιθέσεις κατά άλλων ατόμων πακιστανικής καταγωγής με τη χρήση μαχαιριών πριν από αυτό. Επίσης η μάρτυρας ανέφερε την περίπτωση του εμπρησμού του μπαρ “Κουαντρώ” στην Κυψέλη που προέκυψε η σχέση των δραστών με τη Χ.Α. αλλά και την επίθεση με μαχαίρι σε βάρος μετανάστη στην περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα, παρουσία της Θ. Σκορδέλη. Περιέγραψε την επίθεση σε βάρος δύο γυναικών στο Μεταξουργείο που οι δράστες θεώρησαν ότι είναι Αλβανίδες για την οποία ταυτοποιήθηκε ως δράστης ο Μπαντέμης που διαπιστώθηκε ότι είχε σχέση με τη Χ.Α. Η μάρτυρας κατέθεσε ότι είχαν αυτοσχέδιο οπλισμό, ξύλα και σιδηρογροθιές. Σε επισήμανση της Προέδρου αν τυχόν υπήρχαν ψευδείς καταγγελίες, απάντησε ότι το επιχείρημα της ψευδούς καταγγελίας προκειμένου να αποκτήσουν τα θύματα νομιμοποιητικά έγγραφα δεν ισχύει γιατί ο σχετικός νόμος ψηφίστηκε αργότερα, το έτος 2014. Κατέθεσε ότι μετά τη δολοφονία του Π.Φύσσα και την άσκηση των διώξεων κατά της οργάνωσης, υπήρχε δραστική μείωση στα περιστατικά οργανωμένης ρατσιστικής βίας. Σε σχετική ερώτηση της Εισαγγελέα, η μάρτυρας απάντησε ότι και σε περιστατικά που τα θύματα δεν προλάβαιναν να δουν τους δράστες μπορούσαν να εικάσουν με ασφάλεια το ρατσιστικό κίνητρο λόγω του modus opernadi, πολλά άτομα που επιτίθενται σε ένα και ιδίως όταν οι δράστες έφεραν μπλούζες με το λογότυπο της Χ.Α. Η μάρτυρας επισήμανε ότι συντασσόταν και δημοσιευόταν Έκθεση η οποία εγχειριζόταν στο προεδρείο της Βουλής. Αποκάλεσε την Χ.Α. ναζιστικό μόρφωμα λόγω των θέσεων που εξέφραζε ο αρχηγός της οργάνωσης, ανέφερε χαρακτηριστικά, τη φράση “οι ξιφολόγχες που θα ακονίζονται στα πεζοδρόμια” αλλά και της βίαιης δράσης της σε βάρος ατόμων που είχαν “λάθος χρώμα”, όπως δήλωσε. Σε ερωτήσεις των συνηγόρων υποστήριξης της κατηγορίας, η μάρτυρας ανέφερε ότι η πρωτοβουλία για τη συγκρότηση του Δικτύου ήταν της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου που είναι θεσμικό όργανο της πολιτείας, αλλά και της Ύπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες, του Συμβουλίου Ένταξης Μεταναστών, του Συνηγόρου του Πολίτη, αλλά και μεταναστευτικών κοινοτήτων. Κατέθεσε, επίσης, ότι αφορμή για τη συγκρότηση του Δικτύου στάθηκε η διαφαινόμενη αύξηση των περιστατικών ρατσιστικής βίας ιδίως μετά τη δολοφονία του Μ.Καντάρη και το πογκρόμ που έγινε σε βάρος μεταναστών για το οποίο ανέφερε ότι έχει διερευνηθεί ελάχιστα και συνελήφθη ένα άτομο. Η μάρτυρας περιέγραψε τα θύματα των επιθέσεων ως αλλοδαπούς, χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, συνήθως φτωχούς άνδρες και αντίστοιχα τους δράστες ως νέους άνδρες που έφεραν αυτοσχέδιο οπλισμό αλλά και “φουλ-φέις” μάσκες, στιλέτα, ρόπαλα του μπέιζμπολ, σιδηρογροθιές. Επισήμανε ότι την επίδικη περίοδο δεν υπήρχαν καταγραφές για άλλες οργανώσεις με παρόμοια χαρακτηριστικά πλην της Χ.Α.

Η μάρτυρας διέκοψε την κατάθεση της λόγω ωραρίου και θα συνεχίσει σε επόμενη δικάσιμο.

Το Δικαστήριο διέκοψε για τις 19/11/24 και κάλεσε τους μάρτυρες Σιακαβάρα και Σταύρου.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ

Search
ΑΡΧΕΙΟ