265η συνεδρίαση- Aίθουσα Γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, 11/07/2018
Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο
Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης και παρακολούθησης της δίκης, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας, μέχρι τη συμπλήρωση των θέσεων του κοινού στην αίθουσα του ακροατηρίου. Υπήρχε ελάχιστη παρουσία δημοσιογράφων και κοινού.
II. Παρουσία των κατηγορουμένων
Δεν υπήρχε κανένας αυτοπροσώπως παρών κατηγορούμενος.
ΙV. Σχολιασμός Αναγνωστέων Εγγράφων
Στη σημερινή συνεδρίαση συνεχίστηκε ο σχολιασμός των αναγνωστέων εγγράφων από τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής Σαπουντζάκη, Στρατή, Αντανασιώτη, Βρεττό, Παπαδάκη και ακολούθησε η υπεράσπιση με τους :Μπαϊρακτάρη, Ρουσσόπουλο, Πανταζή, Κοντοβαζαινίτη, και Βελέντζα.
Ο συνήγορος Σαπουντζάκης στο σχολιασμό του τόνισε ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία μεγαλύτερη αξία έχουν οι περικοπές του Μιχαλολιάκου από τις οποίες προκύπτει ως σύνολο ο χαρακτήρας της ΧΑ ως εγκληματικής οργάνωσης. Αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες περικοπές όπως ενδεικτικά: «αν χρειαστεί θα λερώσουμε τα χέρια μας» όπου φαίνεται κατά το συνήγορο ο δόλος τέλεσης εγκληματικών πράξεων, «εάν βγούμε στη Βουλή θα γίνουμε χειρότεροι[…]τότε αν χρειαστεί θα κλείσουμε τα γραφεία» όπου πρόκειται, όπως σχολίασε, για καθαρή ομολογία του Αρχηγού ότι βρίσκονται στη Βουλή αναγκαστικά υποκρινόμενοι τους νόμιμους, «στο σκοτάδι γίνονται οι καλύτερες δουλειές», «για μας οι εκλογές δεν είναι αυτοσκοπός είναι ένα μέσο για να μη μας έχουν στη γωνία», μια δήλωση κατά το συνήγορο ότι δε πιστεύουν στο δημοκρατικό πολίτευμα αλλά συμμετέχουν στις εκλογές για να μην τους πουν συμμορία, «δεν υπάρχει στρατός εμείς είμαστε στρατός», «ο λύκος την καθαρίζει τη φωλιά του».
Ο συνήγορος επισήμανε ότι σε όλες τις παραπάνω δηλώσεις αξίζει να σημειωθεί ότι δε μιλά κάποιος σε κάποιο καφενείο ή κάποιος αφελής αλλά ό ίδιος ο αρχηγός δημοσίως, διαγράφοντας το πλαίσιο δράσης της ΧΑ. Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο συνήγορος Στρατής σχολιάζοντας αρχικά σχετικά με το καταστατικό Ψαρρά ότι παρά την προσπάθεια να απορριφθεί ως πλαστό, αποδεικνύεται γνήσιο και αυτό προκύπτει όπως επισήμανε και από τα υπόλοιπα έγγραφα με τη διάρθρωση της ΧΑ στο καταστατικό να είναι ακριβώς η ίδια με αυτή που εμφανίζεται στο έγγραφο Παππά. Αναφορικά με την υπόθεση του ΠΑΜΕ ο συνήγορος υπογράμμισε ότι από τις συνομιλίες Πατέλη-Λαγού φαίνεται το προμελετημένο της επίθεσης με το περιστατικό να εξιστορείται στη συνέχεια με τις φράσεις «τους μακελέψαμε, τους λιώσαμε».
Εστίασε επίσης στη σχέση της Τ.Ο Περάματος με αυτή της Νίκαιας, όπου η μεν Νίκαια υμνείται από όλους τους βουλευτές ως η καλύτερη οργάνωση, ενώ το Πέραμα βρίσκεται κατά το συνήγορο στο ίδιο επίπεδο οργάνωσης με υπηρεσιακή επάρκεια, καταλήγοντας ότι οι επιθέσεις έγιναν από οργανώσεις πρότυπα. Ο συνήγορος τόνισε ότι ακόμα και σε επιθέσεις που δεν αναφέρεται ρητά η παρουσία μελών της ΧΑ υπάρχει ένα κοινό modus operandi, αφού ο ρατσισμός ανάγεται στο φυλετικό μίσος των Χρυσαυγιτών γεγονός που αποδεικνύεται όπως σημείωσε από τη δήλωση Μιχαλολιάκου «εγώ θα ήμουν ρατσιστής και πριν έρθουν οι ξένοι».
Σχετικά με την ιεραρχία και πειθαρχία ο συνήγορος επικαλέστηκε αποσπάσματα από εγκυκλίους και έγγραφα «χωρίς την πειθαρχία δε μπορεί να λειτουργήσει η τοπική μας», «όσο πιο μεγάλη η καταπάτηση τόσο πιο σοβαρή η αντιμετώπιση του επίορκου» και αναφορικά με την οργανωμένη δράση των ταγμάτων εφόδου αναφέρθηκε σε σωρεία φωτογραφιών και βίντεο από εκτεταμένες εκπαιδεύσεις σε συνθήκες μάχης.
Ακολούθησε ο συνήγορος Αντανασιώτης ο οποίος έκρινε ως αξιοσημείωτη ανάμεσα στα έγγραφα τη δήλωση του Μιχαλολιάκου «στο σκοτάδι γίνονται οι καλύτερες δουλειές» σχολιάζοντας ότι στο σκοτάδι είναι γνωστό ότι κάνουν τις καλύτερες δουλειές τους όλες οι εγκληματικές οργανώσεις. Κατά το συνήγορο η ναζιστική ιδεολογία από μόνη της μπορεί να μην έχει ποινικό ενδιαφέρον αλλά όταν γίνεται κίνητρο για εγκληματικές πράξεις πρέπει να ερευνηθεί αφού μόνο με τον υπαρκτό βαθύτερο ναζιστικό χαρακτήρα της οργάνωσης μπορούν να εξηγηθούν το πλήθος των εγκλημάτων. Τόνισε ότι από τα έγγραφα προκύπτει ότι η ΧΑ δεν είναι μια οποιαδήποτε ακροδεξιά οργάνωση, επικαλούμενος τα γεγονότα στο Μελιγαλά, ούτε μια οποιαδήποτε ξενοφοβική οργάνωση.
Υπογράμμισε στη συνέχεια ότι η προσήλωση στην εν λόγω ιδεολογία, οι ναζιστικές αρχές, αντιλήψεις και τα κάθε είδους σύμβολα είναι παντού παρόντα σήμερα. Ολοκλήρωσε το σχολιασμό του αναφερόμενος στο διπλό λόγο που αποδεικνύεται από τα έγγραφα ως τακτική της ΧΑ εξηγώντας ότι περιορίζει τη διάδοση της πραγματικής ιδεολογίας της στο στενό πυρήνα των μελών της ενώ παράλληλα απευθύνεται στον πολύ κόσμο ως πολιτικό κόμμα.
Ο συνήγορος Βρεττός στον περιεκτικό σχολιασμό του χαρακτήρισε το σύνολο των αναγνωστέων εγγράφων ως: ακλόνητα, αυθεντικά, πρωτογενή, πρόσφορα, σε απόλυτη σύνδεση με τα συγκεκριμένα εγκλήματα, τονίζοντας ότι οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι είναι υποκείμενα των εγγράφων. Αναφέρθηκε ενδεικτικά σε βίντεο και συνομιλίες Λαγού-Πατέλη σχετικά με την επίθεση στο ΠΑΜΕ απ’ όπου προκύπτει το προμελετημένο της επίθεσης, επικαλέστηκε φωτογραφίες με τον Κασιδιάρη να προΐσταται του τάγματος εφόδου, καθώς και σχετική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη όπου ομολογούν και υπερηφανεύονται για εμπρησμούς και βιασμούς. Ο συνήγορος ολοκλήρωσε καταλήγοντας ότι από το σύνολο των εγγράφων θεμελιώνεται απόλυτα το βούλευμα και επιβεβαιώνονται οι καταθέσεις των μαρτύρων με τη μέχρι σήμερα διαδικασία να οδηγεί ακλόνητα στην απόδειξη της κατηγορίας.
Ο συνήγορος Παπαδάκης στη συνέχεια, ξεκινώντας σχολίασε ότι τα έγγραφα και ψηφιακά πειστήρια που βρέθηκαν στους κατηγορουμένους αποτελούν ένα αυθεντικό αποδεικτικό υλικό που παρήχθη αυθόρμητα, η γνησιότητα του δεν αμφισβητήθηκε ενώ αρχειοθετήθηκε με σκοπό να διδάσκεται η συμπεριφορά αυτή και κανείς δε μπορούσε να φανταστεί ότι θα χρησιμοποιηθεί από το δικαστήριο. Για την επίθεση στους Αιγύπτιους Αλιεργάτες εστίασε στην κατάθεση Διαμαντόπουλου η οποία βεβαιώνει, όπως ανέφερε, την ώρα προσέλευσης και αποχώρησης και τις μαύρες μπλούζες, ενώ σχολίασε επίσης ότι όπως προέκυψε, ο Πανταζής αφεθείς ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, οργάνωσε την επίθεση στο Πέραμα ένα χρόνο μετά όντας υπόδικος.
Ο συνήγορος επισήμανε μια διαρκή, ενεργό και κλιμακούμενη δράση της ΧΑ η οποία προκύπτει όχι μόνο από τις 32 δικογραφίες αλλά και από τα εκατοντάδες περιστατικά τα χρόνια που η ΧΑ γιγαντωνόταν ,περιστατικά που γεννώνται σύμφωνα με το συνήγορο βάσει εγκληματικής πρόθεσης και εγκληματικής ετοιμότητας η οποία αποδεικνύεται από πληθώρα στοιχείων που καταγράφουν τη στρατικοποίηση, την εκπαίδευση στα όπλα, και μάλιστα μπροστά σε μικρά παιδιά, την έμφαση στις στολές. Η επιβολή αυτής της ομοιομορφίας, όπως σχολίασε, εγχαράσσει μια νοοτροπία, διαμορφώνει ένα στρατό που χρειάζεται έντονη συγκρότηση «ώστε να αναστέλλει κάθε ηθικό δισταγμό για να κοπανήσει μέχρι θανάτου, έναν άνθρωπο που κοιμάται σε μια ταράτσα και δε γνωρίζει» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Ο συνήγορος αναφέρθηκε στη συνέχεια στα όπλα της οργάνωσης, στο εκφρασμένο μίσος απέναντι στους αριστερούς, σε μηνύματα και συνομιλίες που οργανώνουν τη συγκάλυψη και στο ναζισμό ως ιδεολογία που αν και ποινικά αδιάφορη όπως σημείωσε, πρέπει να αξιολογηθεί όταν υπάρχουν ποινικές πράξεις που προκύπτουν βάσει αυτού ως κινητήρια δύναμη. Ο συνήγορος εστίασε επίσης στο καταστατικό και στην αντιπαραβολή που είναι αναγκαία να γίνει με τις πράξεις ώστε να καταδειχθεί πως αυτό συμβάλλει στη διαμόρφωση της συνείδησης. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι η λέξη εθνικοσοσιαλισμός υπάρχει 10 φορές σε κάθε σελίδα, φαίνεται ξεκάθαρα η άποψη περί Αρίας φυλής. Στάθηκε επίσης στον εθνικοσοσιαλιστικό χαιρετισμό ο οποίος «πρέπει να αποδίδεται με σφρίγος και ζωηρότητα» και σχολίασε ότι ένα καταστατικό ασχέτως αν υλοποιείται ή όχι καταγράφει τις προθέσεις όπως το Σύνταγμα μιλά για την πρόθεση προστασίας δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Ολοκλήρωσε λέγοντας ότι το καταστατικό αυτό αποτελεί ένα φορέα εγχάραξης της συνείδησης, είναι μια εικόνα από το παρελθόν που επιβεβαιώνει το μέλλον και έκλεισε προσυπογράφοντας τη ρήση του συνηγόρου Καμπαγιάννη ότι «δε μπορούμε πλέον να πούμε ότι η Πολιτεία δε γνωρίζει».
Στη συνέχεια προχώρησαν σε σχολιασμό οι συνήγοροι υπεράσπισης.
Ο συνήγορος Μπαϊρακτάρης στο σχολιασμό του αναφέρθηκε αποκλειστικά στον κατηγορούμενο Τσακανίκα υπενθυμίζοντας τις τρεις κατηγορίες που τον βαρύνουν: α) ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, β) απλή συνέργεια στη δολοφονία Φύσσα και γ) παράνομη οπλοκατοχή. Σημείωσε ότι υπάρχει μια τάση ποινικοποίησης ιδεολογιών που αντιβαίνει στην αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας και στο ίδιο το δόγμα του ποινικού δικαίου ενώ επισήμανε ότι είχε ζητήσει από το δικαστήριο την ανάγνωση εγγράφων που αφορούν αιμοληψία, συγκέντρωση και διανομή ενδυμασίας, συμβουλευτικούς σταθμούς υγείας, ζητήματα που, όπως ανέφερε, δεν έχουν καμία σχέση με εγκληματικές πράξεις. Ο συνήγορος υποστήριξε ότι ο Γ. Τσακανίκας είναι κάποιος που προσπαθεί να προσφέρει με οποιαδήποτε άλλη δράση που αν δεν είχε τη σφραγίδα της ΧΑ δε θα είχε καμία ποινική απαξία.
Για την κατηγορία της απλής συνέργειας στη δολοφονία Φύσσα ο συνήγορος επικαλέστηκε τις τηλεφωνικές συνομιλίες Τσακανίκα-Δεβελέκου και Τσακανίκα-Πατέλη το βράδυ της δολοφονίας από όπου αποδεικνύεται κατά το συνήγορο ότι ο Γ. Τσακανίκας δεν ήταν παρών αλλά στο σπίτι του στη Γλυφάδα, ισχυρισμό που πρόβαλε και ο ίδιος ο κατηγορούμενος όπως υπενθύμισε. Ο συνήγορος τόνισε, κλείνοντας, ότι οι μάρτυρες επιβεβαιώσανε ό,τι αποδείχθηκε από την άρση τηλεφωνικού απορρήτου ενώ ουδείς από τους αυτόπτες αναγνώρισε έστω και στο περίπου τον Τσακανίκα.
Συνέχισε ο συνήγορος Ρουσσόπουλος ο οποίος ξεκίνησε επικαλούμενος τον Τσώρτσιλ με τη ρήση «ο φασισμός του μέλλοντος θα είναι ο αντιφασισμός» υποστηρίζοντας ότι «αυτό βιώνουμε στην παρούσα δίκη». Εστίασε στο καταστατικό Ψαρρά το οποίο χαρακτήρισε «δημιούργημα από τον Ψαρρά και τις διασυνδέσεις του με τον Παπαχελά» διερωτώμενος πως έγινε δεκτό ένα ανυπόγραφο και χωρίς ημερομηνία έγγραφο.
Για την αρχή του αρχηγού, σχολίασε ότι σε όλα τα πολιτικά κόμματα μέχρι και στην πολεοδομία υπάρχει ιεραρχία, ενώ αναφορικά με την εκπαίδευση δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «μιλάμε για ένα τσίρκο Medrano που δήθεν κάνει εκπαίδευση με όπλα από τα Jumbo». Σχετικά με την ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι κάθε φορά που ανεβαίνει δημοσκοπικά η ΧΑ, κατευθείαν είναι ναζιστική οργάνωση, και ολοκλήρωσε λέγοντας ότι κατά τη γνώμη του από το αναγνωστέα και ειδικά από τη μαρτυρία Αλιβιζάτου προέκυψε το πολιτικό σκέλος. Ακολούθησε ο συνήγορος Πανταζή η οποία τόνισε ότι μετά την ανάγνωση του
συνόλου των εγγράφων πρέπει να μπει «ταφόπλακα» στην κατηγορία οπλοκατοχής στην Κόρινθο που αντιμετωπίζει ο εντολέας της κατηγορούμενος Μπούκουρας αφού κατά τη συνήγορο δεν υπάρχει οτιδήποτε μεμπτό περί δραστηριότητας με όπλα, επικαλούμενη τη συνέντευξη του Παναγιώτη Μανάβη. Στη συνέχεια επικεντρώθηκε στο διαχωρισμό που πρέπει να γίνει, σύμφωνα με τη συνήγορο, ανάμεσα στο ρατσιστικό έγκλημα εν γένει και το έγκλημα της ΧΑ, τονίζοντας ότι το ρατσιστικό έγκλημα προϋπήρχε πολύ πριν τη ΧΑ. Σχετικά με την κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, αναφέρθηκε στο έγγραφο περί ιεραρχίας-δομής της ΧΑ το οποίο σύμφωνα με την ίδια καταρρίπτει όλες τις κατηγορίες διότι όπως ανέφερε ενώ τα έγγραφα στο σκληρό Μιχαλολιάκου μιλάνε για εντολές από περιφερειάρχες και πολιτικό συμβούλιο, ο ίδιος ο Μπούκουρας δεν κατέχει τη θέση του περιφερειάρχη ώστε να συγκροτήσει τους πυρήνες. Τέλος η συνήγορος επικαλέστηκε σχετικές φράσεις από το βίντεο με την ομιλία του Μπούκουρα στη Νίκαια όπως «εμείς αποδεχόμαστε το κοινοβούλιο», «θεωρώ ότι εμπαιζόμαστε στο θέμα με τις γερμανικές αποζημιώσεις» ισχυριζόμενη ότι καταρρίπτεται το ναζιστικό κίνητρο αφού ένας ναζιστής δε θα μπορούσε να διεκδικεί αποζημιώσεις. Ολοκλήρωσε λέγοντας ότι τόσο από τη συνέντευξη Μανάβη όσο και το άνοιγμα του σκληρού δίσκου αποδεικνύεται το αβάσιμο των κατηγοριών χωρίς καμία πράξη να έχει τελεστεί από τη ΧΑ Κορινθίας. Ο συνήγορος Κοντοβαζαινίτης στο σχολιασμό του περιορίστηκε στην υπόθεση ανθρωποκτονίας Π.Φύσσα. Επικαλούμενος την έκθεση απομαγνητοφώνησης και το σχετικό διάγραμμα κλήσεων υποστήριξε ότι δεν καταγράφηκε καμία συνομιλία ούτε κλήση από και προς Νίκαια κατά τον κρίσιμο χρόνο. Προσέθεσε ότι ο πατέρας του Π.Φύσσα είχε καταθέσει ότι ο ίδιος ο Π.Φύσσας δεν ήταν οργανωμένος σε κάποιο κόμμα και δεν είχε προηγούμενα με τη ΧΑ, μαρτυρία που έρχεται σε αντίθεση σύμφωνα με το συνήγορο με την κατάθεση Αποστόλου περί στοχοποίησης και διερωτώμενος πως γίνεται να στοχοποιήσουν κάποιον που δε γνωρίζουν και δεν τους είναι εμπόδιο. Η συνήγορος Βελέντζα που ακολούθησε εστίασε αρχικά στην έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη λέγοντας ότι από την ανάγνωση της δεν προέκυψε κανένα περιστατικό για κανέναν από τους κατηγορουμένους και ότι από όλο το περιεχόμενο προκύπτουν αναφορές βάσει πολιτικής σκοπιμότητας και καταγγελίες τελείως γενικές και αόριστες. Για τα περιστατικά στο κέντρο της Αθήνας ανάμεσα σε αλλοδαπούς και Έλληνες σχολίασε ότι οποιαδήποτε διαφορά δεν σημαίνει ότι ενέχει ρατσιστικό κίνητρο, αλλά αποτελούν ,όπως ανέφερε, καθημερινά συμβάντα διαπληκτισμών που αντιμετωπίζονται από τον καθένα ανάλογα με την παιδεία του. Υποστήριξε ότι ούτε από τις έρευνες στο χώρο της αστυνομίας ούτε από ελέγχους του ΣΔΟΕ προέκυψε κάτι το επιλήψιμο και μεμπτό. Χαρακτήρισε την Υπόθεση Στεργιόπουλου-Λιακόπουλου ένα περιστατικό που συμβαίνει καθημερινά στο δρόμο χωρίς κανένα ρατσιστικό κίνητρο ενώ ως προς το Αντίπνοια ότι ο φερόμενος ως παθών Μηλιαράκης αδυνατούσε να αναγνωρίσει τους δράστες και αρνούταν να καταθέσει. Σχετικά με την υπόθεση του ΠΑΜΕ η συνήγορος ισχυρίστηκε ότι δεν προέκυψε από πουθενά ότι επρόκειτο για απόπειρα ανθρωποκτονίας αλλά έγινε αναβάθμιση της κατηγορίας που αρχικά είχε χαρακτηριστεί επικίνδυνη σωματική βλάβη και ως προς τους Αιγύπτιους αλιεργάτες ότι οι καταθέσεις τους ήταν αντιφατικές , ενώ εκατοντάδες Αιγύπτιοι ζούνε στην περιοχή χωρίς να έχουν ενοχληθεί καθόλου. Η συνήγορος κατέληξε συνοψίζοντας πως «ούτε όπλα, ούτε εκπαίδευση ούτε κακουργήματα ούτε οργάνωση, η τυχαιότητα αναδεικνύεται και είναι γνωστό ότι κάποιοι που χαρακτηρίζονται ως αντιφασίστες δεν ανέχονται την παρουσία εθνικιστών». Αναφέρθηκε τέλος και στην υπόθεση Π.Φύσσα σχολιάζοντας ότι το γεγονός ότι για 10 μέρες μέχρι τη σύλληψη ουδείς εκ των κατηγορουμένων προσπάθησε να διαφύγει ή να κρυφτεί αποδεικνύει ότι δεν είχαν συμμετάσχει σε καμία εγκληματική πράξη. Αναφορικά
με τον Ρουπακιά υποστήριξε ότι το γεγονός ότι ο δράστης μπήκε από το αντίθετο ρεύμα, παραδόθηκε, πέταξε το μαχαίρι καταρρίπτει τον ισχυρισμό περί στοιχειώδους σχεδιασμού.
Μετά και την ολοκλήρωση του σχολιασμού από τη συνήγορο Βελέντζα, το δικαστήριο διέκοψε για την Δευτέρα 16/07/2018 στην Αίθουσα Γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού όπου θα συνεχιστεί ο σχολιασμός από τους συνηγόρους υπεράσπισης.