Ο αρχηγός ενός κόμματος, που βρίσκεται υπόδικος ως αρχηγός εγκληματικής οργάνωσης, επισκέπτεται με τη σύζυγό του, επίσης μέλος και βουλευτή της οργάνωσης που διώκεται ως εγκληματική, έναν ανώτατο ιεράρχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας. Τα λένε σε όμορφο κλίμα, φωτογραφίζονται με αγάπη και η ζωή συνεχίζεται.
Με την πράξη του αυτή, ο ιεράρχης ουσιαστικά λέει στη Δικαιοσύνη, στο ποίμνιό του, στην κοινωνία όλη: «Δεν μπορεί εγώ, ένας άνθρωπος του θεού, να τα έχω καλά με κάποιον που διώκεται ως εγκληματίας. Επομένως εγκληματίας δεν είναι».
Το ερώτημα είναι αν μπορεί ο ιεράρχης να τοποθετείται έτσι. Ο φίλος Στρατής Μπουρνάζος έκανε λόγο για τον «ιεράρχη που εγκληματεί», καθώς η υποδοχή του ζεύγους των αρχηγών της Χρυσής Αυγής ουσιαστικά τους δίνει πιστοποιητικό χρηστότητας.
Ναι, η υποδοχή Μιχαλολιάκου και Ζαρούλια είναι μια αποκρουστική ενέργεια από αυτές που θέτουν υπό αμφισβήτηση το δημοκρατικό ήθος της Εκκλησίας της Ελλάδας. Από την άλλη, όμως, ας το ξανασκεφτούμε:
ο Ανθιμος είναι ένας υπερσυντηρητικός –να μην πω ακροδεξιός– ιερωμένος που είναι εμφανές ότι πιστεύει πως η θέση της Χρυσής Αυγής δεν είναι στη φυλακή, αλλά εκτός, πιθανώς στην κυβέρνηση. Εχει δικαίωμα ο Ανθιμος να το πιστεύει αυτό και να το προωθεί ή όντως εγκληματεί;
Η άποψή μου είναι ότι, επί του προκειμένου, ο Ανθιμος έκανε κάτι αισχρό αλλά μπορεί να έχει τα πιστεύω του, τα οποία είναι προφανές ότι δεν είναι δημοκρατικά.
Τούτο είναι τραγικό, αλλά, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, έτσι είναι: η Εκκλησία της Ελλάδας δεν πέρασε καμία Μεταπολίτευση και για τον λόγο αυτό κάποιοι ιεράρχες μας δεν δείχνουν την παραμικρή συστολή όταν επιθυμούν να δείξουν την προτίμησή τους στην Ακρα Δεξιά. Συμπεριφέρονται ακριβώς όπως οι λοιποί νοσταλγοί της χούντας στα καφενεία της χώρας.
Ο Ανθιμος δεν πρωτοτυπεί εδώ. Εχουν προηγηθεί πολλοί άλλοι: ο Πειραιώς α λα μπρατσέτα με το νούμερο 2 της Χρυσής Αυγής να υποβάλουν μήνυση σε βάρος των συντελεστών της παράστασης που η Χρυσή Αυγή ματαίωσε στο θέατρο «Χυτήριο» το 2012. Αν, τέλος, ο Αμβρόσιος Καλαβρύτων ήταν νεότερος… ώς και στα τάγματα εφόδου θα τον είχαμε δει.
Το ότι κάποιοι ιεράρχες ανήκουν στην Ακρα Δεξιά είναι πρόβλημα της Εκκλησίας που το ανέχεται. Το πρόβλημα της Πολιτείας είναι όταν χρησιμοποιούν τη δημόσια εξουσία τους για να προπαγανδίσουν θέσεις που ωθούν στη βία, τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό. Το πρόβλημα της κοινωνίας είναι όλα αυτά μαζί.
Το πιο ανησυχητικό επί του προκειμένου λοιπόν δεν είναι μόνο η συμπεριφορά του ιεράρχη, αλλά η θέση του ως εκ των ιθυνόντων μιας Εκκλησίας που δεν είναι ιδιωτική υπόθεση των πιστών της, αλλά κρατική υπόθεση της Ελλάδας. Και αυτά τα δύο δεν μπορούν να διαχωριστούν καθώς συναντιούνται στο πρόσωπό του.
Για να μπορεί ο (εκάστοτε) Ανθιμος να εκφράζει δημοσίως τη συμπαράστασή του, με την ελευθερία που αρμόζει στον καθένα μας, στους χρυσαυγίτες, δεν μπορεί να είναι κρατικός λειτουργός.
Θα πρέπει να αποδεχτεί δηλαδή ότι δεν γίνεται να λέμε και να κάνουμε ό,τι θέλουμε μισθοδοτούμενοι από το κράτος και αξιοποιώντας τα μοναδικά προνόμια που καθιστούν την Εκκλησία τμήμα του. Ούτως ή άλλως, το γεγονός είναι πολιτικά ξεδιάντροπο. Το ότι επιπροσθέτως ο Ανθιμος είναι κράτος, το κάνει θεσμικά εφιαλτικό.
Αυτό είναι το, σε τελευταία ανάλυση, θέμα. Το ότι, από τη μία, η Εκκλησία της Ελλάδας θέλει να κρατάει όλα τα κεκτημένα που πηγάζουν από το ότι είναι σφιχτά εναγκαλισμένη με το κράτος, και από την άλλη, να βαστά όλη την ελευθερία -που μόνο σε ιδιώτες προσιδιάζει- να εκφράζει τη συμπάθειά της σε ναζί ή υπόδικους εν γένει.
Υπό την έννοια αυτή, το ένα ζήτημα είναι η πολιτική συμπάθεια κάποιων ιεραρχών στους ναζί. Το άλλο όμως είναι η επί του προκειμένου κρατική ανοχή.
Ο (εκάστοτε) Ανθιμος απλώς βλέπει και κάνει, δοκιμάζοντας τις αντοχές ενός κράτους που διστάζει να αναλάβει τις στοιχειώδεις ευθύνες για τον εκδημοκρατισμό του θέτοντας την Εκκλησία ενώπιον του διλήμματος να αποφασίσει τι επιτέλους θα διαλέξει: την απεξάρτησή της από το κράτος που δίνει την ελευθερία στους ιεράρχες της να συναγελάζονται με ναζί ή τους περιορισμούς που ο κρατικός της μανδύας επιβάλλει στους εκπροσώπους της.
Διότι, αν η Εκκλησία εκφράζει μια ομάδα πιστών που δεν είναι κράτος, όπως σε πολλές χώρες του κόσμου, έχει σίγουρα μεγαλύτερη ελευθερία λόγου και κινήσεων. Αν όμως είναι Κράτος, όπως εδώ, έχει περισσότερες δεσμεύσεις. Ετσι πάει: η εξουσία σημαίνει ευθύνη και η ευθύνη γεννά λογοδοσία.
Κλείνοντας θα ήθελα να πω ότι δεν είναι σωστό να ρίξουμε την ευθύνη για την αδράνεια της Πολιτείας στους Ανεξάρτητους Ελληνες. Αυτοί αυτά πίστευαν, αυτά πιστεύουν. Αυτά κάνουν και υπηρετούν. Αλλοι κάνουν άλλα από αυτά που πίστευαν.
Ή μάλλον δεν κάνουν τίποτε. Αυτό είναι το μεγάλο μας πρόβλημα.
* προέδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Πάντειο Πανεπιστήμιο