ΗΜΕΡΑ 113: “ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΒΙΩΝΩ ΦΟΒΟ ΟΤΑΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ”

113η Συνεδρίαση,   Εφετείο Αθηνών,  10.1.2017

Ι. Πρόσβαση στο δικαστήριο

Εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης για την παρακολούθηση τη δίκης από το κοινό, με επίδειξη και παρακράτηση της αστυνομικής ταυτότητας. H παρουσία του κοινού ήταν λιγοστή λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, ενώ υπήρχε παρουσία δημοσιογράφων στην αίθουσα.

II. Παρουσία και εκπροσώπηση των κατηγορουμένων

Κατά τη σημερινή συνεδρίαση δεν ήταν παρών κανένας εκ των κατηγορουμένων.

ΙΙΙ. Εξέλιξη της διαδικασίας

Η διαδικασία  ξεκίνησε με την  έναρξη της κατάθεσης του μάρτυρα για την υπόθεση της επίθεσης κατά του ΠΑΜΕ, Θεόδωρου Τηλιακού. Ο συνήγορος υπεράσπισης Αλεξιάδης αποχώρησε λίγο πριν τη διακοπή της συνεδρίασης διαμαρτυρόμενος προς την έδρα και χαρακτηρίζοντας τις ερωτήσεις της υπεράσπισης παραπειστικές.

Λόγω ελλιπούς θέρμανσης της αίθουσας του δικαστηρίου η συνεδρίαση διεκόπη μετά από αίτημα τόσο της κ. Εισαγγελεώς, όσο και των συνηγόρων.

ΙV. Κατάθεση μάρτυρα Τηλιακού.

Σε ερωτήσεις της έδρας ο μάρτυρας κατέθεσε ότι είναι μηχανικός αυτοκινήτων και  πως παλιότερα εργαζόταν στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος, ενώ παραμένει μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του συνδικάτου μετάλλου μέχρι και σήμερα.  Σχετικά με το βράδυ της επίθεσης ανέφερε ότι από κοινού με κάποιους συντρόφους του  αποφάσισαν να προπαγανδίσουν  το φεστιβάλ της ΚΝΕ.  Ο ίδιος μαζί με 20 περίπου άτομα ξεκίνησαν κατά τις 11.00 το βράδυ και πήγαν από την Λεωφόρο Δημοκρατίας με κατεύθυνση προς Πειραιά.  Είχε τη μηχανή του, ενώ υπήρχαν και 2-3 αυτοκίνητα στο συγκεκριμένο συνεργείο. Έπειτα από περίπου 4-5 στάσεις έφτασαν στο σημείο, όπου δέχθηκαν την επίθεση, στα ναυπηγεία του Παπίλα. Ο ίδιος μετέφερε στο πίσω μέρος της μηχανής του χαρτόνια, που θα τοποθετούνταν στις κολώνες και βοηθούσε στην αφισοκόλληση. Βρίσκονταν στην δεξιά πλευρά του δρόμου, όπου έβαζαν τα χαρτόνια. Τα άτομα από το συνεργείο βρίσκονταν ο ένας κοντά στον άλλο, καθώς είχαν τα αυτοκίνητα και τα υλικά για την αφισοκόλληση.  Ο ίδιος ήταν έξω προς την πλευρά του δρόμου, ανάμεσα στο τζιπ του Γκούτη και τη μηχανή του, ενώ μπροστά και πίσω του βρίσκονταν μέλη του συνεργείου.

Ξαφνικά, δίχως να ακούσει κάτι νωρίτερα, αντιλήφθηκε να βγαίνουν περίπου 50 άτομα  από τα στενά και  να κλείνει γύρω του ένας κλοίος. Μπήκαν στο οδόστρωμα και τους απέκλεισαν σχηματίζοντας ένα τόξο. Ο μάρτυρας συνέχισε την περιγραφή του  επισημαίνοντας ότι νιώθει φόβο ακόμη και τώρα και δεν του αρέσει να ανακαλεί τα συγκεκριμένα γεγονότα. Ανέφερε πως οι επιτιθέμενοι βγήκαν από τα στενά και άρχισαν να παρατάσσονται και να εξαπολύουν βαριές ύβρεις. Κάποιοι φορούσαν μπλουζάκια με διακριτικά της Χ.Α., κάποια φορούσαν κράνη και άλλοι είχαν τα πρόσωπά τους ελεύθερα.  Αυτοσυστήθηκαν λέγοντας «εδώ Χ.Α., θα σας σκοτώσουμε, θα σας τελειώσουμε». Συγκεκριμένα ανέφερε ότι ένας εκ των δύο που ήταν πιο μπροστά από τους δράστες και ήταν επικεφαλής είπε «αυτός που πήρε την απόφαση να σας τελειώσουμε εδώ στο Πέραμα, θα γίνει». Ακολούθως κατέθεσε ότι οι επικεφαλής φώναξαν τον Πουλικόγιαννη, ο οποίος βγήκε μπροστά και απευθυνόμενος στους επιτιθέμενους είπε «τι έγινε και ρε παιδιά, σας πειράξαμε;”. Στη συνέχεια άρχισαν να βρίζουν, ενώ ο Πουλικόγιαννης απευθυνόμενος στον Χατζηδάκη, έναν εκ των επικεφαλής είπε «εσένα δεν προσπαθήσαμε να πάρουμε τα λεφτά σου;». Με τον Χατζηδάκη μάλιστα ο μάρτυρας είχε εργαστεί το 2012 μαζί σε ένα καράβι. Ακολούθως είδε τον Χατζηδάκη να φεύγει τρέχοντας και έπειτα άκουσε χτυπήματα και φωνές και είδε πως είχε πέσει κάτω ο Πουλικόγιαννης, αφού είχε δεχθεί χτύπημα στο κεφάλι και ήταν γεμάτος αίματα. Στην προσπάθειά του να προσεγγίσει τον Πουλικόγιαννη, έσκυψε και δέχθηκε αρχικά χτύπημα στο πόδι με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του και να πέσει. Όντας πεσμένος δέχθηκε πολλαπλά χτυπήματα στην πλάτη, ωστόσο το μπουφάν μηχανής που φορούσε τον προστατέψε. Προσπάθησε να σηκωθεί και άκουσε φωνές να λένε «έχουμε καλέσει την αστυνομία» και έπειτα ένα από τους επικεφαλής να λέει «το Πέραμα από εδώ» και να φεύγουν οι δράστες από το στενό. Διακομίστηκε στο νοσοκομείο με ένα Ι.Χ., όπου υπεβλήθη σε εξετάσεις για το τραύμα στο πόδι του και αποχώρησε.

Σε σχετική ερώτηση κατέθεσε ότι οι επιτιθέμενοι πετούσαν πέτρες, καδρόνια, ακόμα και καρέκλα, ενώ στο σημείο πριν την αποχώρηση των δραστών ήταν παρούσα η ομάδα ΔΙΑΣ, η οποία ωστόσο παρέμεινε άπραγη και δεν προέβη και καμία έρευνα στα γύρω στενά, όσο ο μάρτυρας ήταν στο σημείο. Εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζαν αν υπήρχε νεκρός από την επίθεση, δεδομένου ότι ο Πουλικόγιαννης ήταν γεμάτος αίματα στο πρόσωπο.

Στις φωτογραφίες που  του επεδείχθησαν αργότερα στο αστυνομικό τμήμα αναγνώρισε τους δύο επικεφαλής της επίθεσης, ήτοι τον Πανταζή και τον Χατζηδάκη. Επεσήμανε ότι οι δράστες δεν τους έδωσαν την δυνατότητα να φύγουν, αφού τους είχαν αποκλείσει και ότι σκοπός τους ήταν να τους σκοτώσουν.  Χτυπήματα στο κεφάλι πέρα από τον Πουλικόγιαννη, δέχθηκαν και άλλοι σύντροφοί του, αλλά προσπάθηκαν να προστατευθούν μετά το πρώτο χτύπημα στον Πουλικόγιαννη.  Τόνισε ότι αυτή η επίθεση είχε προαναγγελθεί στο Πέραμα στις αρχές Αυγούστου του ίδιου έτους από τους βουλευτές της Χ.Α., οι οποίοι αφού δεν μπορούσαν εξοντώσουν κάποιους από το συνδικάτο, θέλησαν να τους βγάλουν από τη μέση. Επιπλέον ο μάρτυρας κατέθεσε ότι η επίθεση ήταν απόφαση του αρχηγού της Χ.Α. και οι επικεφαλής την εκτέλεσαν, καθώς αυτή είναι η ιεραρχία της οργάνωσης. Επίσης ανέφερε ότι ήταν παρών, αλλά σε απόσταση και σε επίθεση τάγματος, που δρώντας συντεταγμένα έσπαγε πάγκους μικροπωλητών σε πανηγύρι. Και σε εκείνη την περίπτωση οι δράστες φορούσαν μπλούζες με διακριτικά και φώναζαν «αίμα, τιμή, ΧΑ».

Σε ερώτηση της Εισαγγελέως γιατί οι δράστες δεν υλοποίησαν το στόχο τους, δηλαδή να τους σκοτώσουν, ο μάρτυρας απάντησε ότι οι δράστες πίστευαν ότι είχαν σκοτώσει τον Πουλικόγιαννη, ενώ ο ανθρωποκτόνος σκοπός τους αποδεικνύεται από τον τρόπο που δρουν, δηλαδή έρχονται, χτυπούν και φεύγουν. Κατέθεσε επίσης ότι και η μηχανή του υπέστη φθορές από  την επίθεση. Σε άλλη ερώτηση υποστήριξε ότι το παράγγελμα για την έναρξη της επίθεσης ήταν η κίνηση του Χατζηδάκη, ενώ για τη λήξη αυτής  η φράση «το Πέραμα από εδώ». Ενώ επιπροσθέτως κατέθεσε ότι οι δράστες ήθελαν να δώσουν το στίγμα τους και ήθελαν να υπάρχει φόβος για το σωματείο.

Στη συνέχεια απαντώντας σε ερωτήσεις του Αν. Εισαγγέλεα είπε ότι οι επιτιθέμενοι χτυπούσαν αδιακρίτως, όποιον έβρισκαν μπροστά τους, ενώ συγκρίνοντας την επίθεση με άλλες της Χ.Α. ( Φύσσα, αλιεργάτες) ανέφερε ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία, αφού οι δράστες φορούσαν διακριτικά της Χ.Α. και έλαβαν χώρα βραδινές ώρες. Σχετικά με τα τάγματα της Χ.Α. είπε ότι τα έζησε εκείνο το βράδυ, νιώθοντας τον εγκλωβισμό και  τη βία, την οποία σαφώς διαφοροποιεί από τη  οπαδική βία, καθώς πέρα από ότι συστήθηκαν ως Χ.Α. , έχουν και ιδεολογικό υπόβαθρο αντίθετο στους κομμουνιστές και σε άλλες ομάδες.

Ακολούθως σε ερωτήσεις της πολιτικής αγωγής είπε ότι τα κοντάρια με τα μεταλλικά στη κεφαλή τους δεν δύναται να τα βρει κάποιος στο εμπόριο, αλλά χρειάζονταν  αρκετή προεργασία και με αυτά είχαν σκοπό να σκοτώσουν. Επανέλαβε ότι η απόφαση για την επίθεση ήταν του Μιχαλολιάκου, αρχηγού του κόμματος και από τα μηνύματα που ανταλλάσσονταν τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια και το τέλος της επίθεσης σαφώς προκύπτει ότι υπήρχε online επικοινωνία με την ηγεσία. Σε φωτογραφίες που επιδείχθησαν στο μάρτυρα περιέγραψε την εικόνα του Πουλικόγιαννη μετά το χτύπημα και είπε ότι και ο ίδιος πίστευε αρχικά ότι είναι νεκρός.

Σε άλλες ερωτήσεις ανέφερε ότι ο Κυριτσόπουλος, έχει δημιουργήσει ένα δουλεμπορικό σωματείο , τον «Αγ. Νικόλαο», το οποίο  είναι και ρατσιστικό, καθώς μόνο Έλληνες δύνανται να εγγραφούν σε αυτό και υποστηρίζει ότι τα μεροκάματα στη ζώνη είναι υψηλά, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί εν είδει γραφείου ευρέσεως εργασίας.

Αναφερόμενος στα τάγματα της Χ.Α. τα εξομοίωσε με τα τάγματα της Χ.Α., τα οποία εκτελούν τις αποφάσεις της ηγεσίας. Ανέφερε επίσης ότι έχει δει βουλευτές της Χ.Α. να συμμετέχουν στα τάγματα εφόδου, όπως τον Γερμένη στη Ραφήνα και εκφράζουν την ιδεολογία της Χ.Α. η οποία είναι ναζιστική, και σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της δεν χωράνε σε αυτή μετανάστες, άνθρωποι με ψυχικά νοσήματα κ.λ.π. . Επίσης αναφέρθηκε σε δηλώσεις την Ζαρούλια για υπανθρώπους και του Μιχαλολιάκου, ο οποίος είπε στις Θερμοπύλες  ότι είναι απόγονοι των των ηττημένων του 1945.

Σε άλλη αναφορά στα μηνύματα του Λαγού, επανέλαβε ότι δεν θα μπορούσε η συνάντηση να είναι τυχαία, καθώς υπάρχει και προγενέστερο της επίθεσης μήνυμα και κατά τη διάρκειά αυτής. Συνεπώς κάποιος από το σημείο της επίθεσης έδινε την εικόνα απευθείας, ενώ σε μεταγενέστερο χρόνο δεν υπήρξε καμία αποδοκιμασία της επίθεσης από τον αρχηγό.

Τέλος σε σχετικές ερωτήσεις ο μάρτυρας κατέθεσε ότι σκοπός των επιτιθέμενων ήταν να τους εγκλωβίσουν, ενώ η επίθεση είχε σχεδιαστεί εκ των προτέρων, καθώς κατ’ αυτό τον τρόπο λειτουργούν με δομή και πειθαρχία. Επίσης ανέφερε ότι δεν γνωρίζει να έγιναν συλλήψεις μετά την επίθεση κατά των αλιεργατών, αλλά ούτε και κατά των ίδιων.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ

ΑΡΧΕΙΟ